Βροχή ενστάσεων για τις νέες χρήσεις γης

522

Σοβαροοί κινδύνοι και σημαντικά ζητήματα νομιμότητας προκύπτουν σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις

Με 1.579 σχόλια έκλεισε χθες το πρωί η διαβούλευση του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Τα περισσότερα, όπως ήταν αναμενόμενο, συγκέντρωσαν τα άρθρα που αφορούσαν τις τροποποιήσεις των χρήσεων γης, αλλά και οι ρυθμίσεις για τη διαδικασία ανάρτησης, κύρωσης και αναμόρφωσης των δασικών χαρτών καθώς και όσες αφορούν την περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Ειδικά, για τις νέες χρήσεις γης που ορίζονται στις προστατευόμενες περιοχές ανά ζώνη, το WWF επισημαίνει ότι ανοίγουν ένα μεγάλο κεφάλαιο νέων δραστηριοτήτων που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους και εγείρει σημαντικά ζητήματα νομιμότητας. Μάλιστα, σε καμία από τις ζώνες δεν προβλέπονται σημαντικές για την προστασία των συγκεκριμένων περιοχών χρήσεις, όπως για παράδειγμα μονάδες περίθαλψης άγριων ζώων. Επί της αρχής, οι νομικοί της περιβαλλοντικής οργάνωσης κρίνουν ότι είναι απαράδεκτη η τροποποίηση του Προεδρικού Διατάγματος (ΠΔ) χρήσεων γης με νόμο, καθώς έτσι αποφεύγεται ο έλεγχος νομιμότητας από το ΣτΕ των νέων ρυθμίσεων.

Για τον καθορισμό κατηγοριών ζωνών προστασίας δεν αναφέρεται η σκοπιμότητα και τα βασικά χαρακτηριστικά που οφείλουν να διέπουν τη διάκριση και διαβάθμισή τους, όπως ισχύει στον νόμο για την προστασία του περιβάλλοντος  1650/1986.

 

Στις ειδικές χρήσεις του ΠΔ 59/2018, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του WWF, προστίθενται νέες χρήσεις, οι οποίες ωστόσο δεν έχουν τον τυπικό χαρακτήρα «χρήσεων γης», καθώς αποτελούν δραστηριότητες, λειτουργίες ή έργα χωρίς σαφή αντιστοίχιση με «χρήση γης». Συγκεκριμένα, προστίθενται:

–  δραστηριότητες όπως βόσκηση, αλιεία, συλλογή φυτών, θήρα και ήπια θαλάσσια αναψυχή,

– κατασκευές, όπως εγγειοβελτιωτικά έργα αγροτικής ανάπτυξης και κατασκευές σε δημόσιους χώρους

– έργα ή δραστηριότητες, των οποίων η φύση και η κλίμακα (και άρα το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα) είναι ιδιαίτερα ασαφή και ευρεία ενώ οι ίδιες επιδέχονται περαιτέρω εξειδίκευσης και επιμερισμού, όπως  έργα που αφορούν την αποκατάσταση και βελτίωση των ιχθυαποθεμάτων, έργα πρόληψης ή αντιμετώπισης της υφαλμύρινσης υδάτων ή εδαφών, έργα προστασίας από διάβρωση.

«Προκύπτει ασαφής διάκριση ανάμεσα σε χρήσεις γης που εντάσσονται στη συμβατική τυπολογία των χρήσεων γης και σε δραστηριότητες-έργα, οι οποίες μπορεί και να μην αντιστοιχούν αυστηρά σε «χρήση γης» αλλά και που η ρύθμισή τους συναρτάται άμεσα με την επίτευξη αποτελεσματικής προστασίας και διαχείρισης και αποτελεί αντικείμενο των σχεδίων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών. Ως συνέπεια, δυσχεραίνεται η χρήση των βασικών κατά την περιβαλλοντική νομοθεσία εργαλείων (ΠΔ και σχέδια διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών) για την επίτευξη αποτελεσματικής προστασίας», αναφέρει η οργάνωση στα σχόλιά της.

Ιδιαίτερα προβληματική, κρίνεται και η προσθήκη κατηγορίας εξορυκτικών δραστηριοτήτων στις προβλεπόμενες ειδικές χρήσεις γης, εντός της ζώνης διαχείρισης ειδών και οικοτόπων. Είναι αξιοσημείωτο ότι στο αρχικό σχέδιο νόμου που αναρτήθηκε στη διαβούλευση, η ιδιαιτέρως σοβαρού οικολογικού αποτυπώματος χρήση της έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων προβλεπόταν και εντός των ζωνών απόλυτης προστασίας της φύσης και των ζωνών προστασίας της φύσης, διατάξεις που τελικά αφαιρέθηκαν την ίδια μέρα, μετά από έντονες αντιδράσεις.

Ωστόσο, παρέμειναν άλλες χρήσεις που είναι ασύμβατες με την εξασφάλιση του πλέον αυστηρού προστατευτικού καθεστώτος της ζώνης απολύτου προστασίας όπως οδοί, θαλάσσιοι διάδρομοι κίνησης σκαφών, κτίρια για κατοικία προσωπικού,  διοίκηση και γραφεία.

Με τις θέσεις του WWF συμφωνεί και η Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών.  Από την πλευρά της και η Greenpeace εκφράζει  την ανησυχία της για την τροποποίηση του ΠΔ για τις Χρήσεις Γης με νόμο, καθώς έτσι αποφεύγεται ο έλεγχος της νομιμότητας των εν λόγω διατάξεων από το ΣτΕ.

Ειδικότερα, κρίνει ότι ένταξη των διαδικασιών εξόρυξης πετρελαίου και αερίου σε περιβαλλοντικές ζώνες αποτελεί ένα οξύμωρο σχήμα και εναντιώνεται στην ίδια την φύση της περιβαλλοντικής πολιτικής μίας χώρας, η οποία μάλιστα έχει δεσμευτεί στους στόχους της Συμφωνίας των Παρισίων για συγκράτηση της αύξησης της μέσης πλανητικής θερμοκρασίας τουλάχιστον στον 1,5°C.