Ρένη Πιττακή, «Το βρίσκω αστείο να κάνω απολογισμούς στη ζωή μου…..»

της Ελπίδας Παπαδανιήλ

562

Συναντήσαμε την  Μεγάλη Κυρία του Θεάτρου με αφορμή την παράσταση «Οι τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Γουίλσον στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. 

Ο διεθνούς φήμης Αμερικανός σκηνοθέτης Robert Wilson σκηνοθέτησε το έργο Τρεις Ψηλές Γυναίκες  του Edward Albee  στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με πρωταγωνίστριες τρεις εξέχουσες Ελληνίδες ηθοποιούς, τη Ρένη Πιττακή, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και τη Λουκία Μιχαλοπούλου. Δομημένο γύρω από τα θεμελιακά ζητήματα του εαυτού και της θνητότητας, το σαρκαστικό έργο του Albee εμπνέεται από τον χαρακτήρα της δικής του μητέρας. Με τη γνωστή του ολιστική διαχείριση του χώρου και του χρόνου, ο Robert Wilson εξιστορεί με μαεστρία το αποτύπωμα του χρόνου, αναδεικνύοντας τις πολλαπλές αντανακλάσεις που γεννά ο καθρέφτης της ζωής. 

Η κορυφαία ηθοποιός Ρένη Πιττακή μαθήτευσε δίπλα στον Κάρολο Κουν επί 25 συναπτά έτη,  παίζοντας από αρχαίο δράμα και αναγεννησιακό θέατρο μέχρι νεότερη ευρωπαϊκή αμερικάνικη αλλά και νεοελληνική δραματουργία, παραδοσιακή και πρωτοποριακή, στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης, στην  Επίδαυρο και σε διεθνή φεστιβάλ. Μετά τον θάνατο του Κουν πρωταγωνίστησε σε παραστάσεις των συνοδοιπόρων Γιώργου Λαζάνη και Μίμη Κουγιουμτζή. Στη συνέχεια βγαίνοντας στο ελεύθερο θέατρο, συνεργάστηκε με τον Λευτέρη Βογιατζή, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, τον Γιάννη Χουβαρδά, τον Δημήτρη Καραντζά, τον Γιάννη Μόσχο και άλλους.   Τιμήθηκε με τα βραβεία Κοτοπούλη (1971/72) Κατίνας Παξινού (1992) κοινού του  Αθηνοράματος (2006/2009/2018) καθώς και με το βραβείο της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (2014). Συνεχίζει το ταξίδι, ανοιχτή σ’ ενδιαφέρουσες συναντήσεις και προσπαθώντας  πάντα  «…ν’ αποτύχει καλύτερα». 

«Ηθοποιός με ανεπτυγμένη αίσθηση των ιδιαιτεροτήτων και δυσκολιών της ζωντανής επικοινωνίας, με βαθιά καλλιεργημένη την αίσθηση του μέτρου, της θερμοκρασίας του σανιδιού και της δράσης, της χημείας των σωμάτων, της μουσικότητας και ρυθμικότητας κάθε αρθρωμένης λέξης, της σημαίνουσας σιωπής και της επίσης σημαίνουσας παύσης, προσεκτική στην κάθε λεπτομέρεια, χαρισματική, με εύπλαστο υποκριτικό φορτίο, αγάπησε το σανίδι όπως και αυτό την αγάπησε πολύ. Και ο κόσμος της πλατείας ακόμα πιο πολύ». Με αυτά τα λόγια η Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών παρουσίασε πριν από λίγες εβδομάδες το σκεπτικό βάσει του οποίου της απένειμε το Μεγάλο Βραβείο Θεάτρου.   

««Οι τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι είναι αφιερωμένο στη θετή του μητέρα. Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμενε μια γηραιά κυρία να φλυαρεί ξεδιπλώνοντας τις αναμνήσεις της ανάμεσα σε κενά μνήμης. Η συγκεκριμένη είναι η Α. Η επόμενη, η Β, είναι μια μεσόκοπη κυρία, βοηθός της Α που την στηρίζει και την ανέχεται. Υπάρχει όμως και η Γ, η νεαρή γραμματέας του δικηγόρου της Α, που την κοντράρει διαρκώς. Σταδιακά, στο δεύτερο μέρος του έργου, ανακαλύπτουμε ότι Α, Β και Γ είναι στην πραγματικότητα μία γυναίκα, μια ύπαρξη σε τρεις διαφορετικές ηλικίες. Η Γ παρόλα όσα έχει ακούσει περιμένει να συναντήσει την ευτυχία, ενώ η Β υποστηρίζει το παρόν, το τώρα και η Α το τέλος της…» Ρ.Π. 

Ε.Π.: Ο δικός σας ρόλος… Τι σας συγκίνησε; 

Ρ.Π.: Ο δικός μου ρόλος, η Α είναι ένας ρόλος τελείως κόντρα μου και χαίρομαι που τον κέρδισα. Η Α είναι πλούσια, αστή, εγωκεντρική, φιλοχρήματη, ομοφοβική, γεμάτη προκαταλήψεις και  παντρεύεται μόνο και μόνο από συμφέρον. Ο Άλμπι δεν της χαρίζεται καθόλου. Με σκληρό χιούμορ ξεδιπλώνει όλες της τις αδυναμίες, αλλά της αναγνωρίζει την δύναμη και την επιμονή με τις οποίες υπερασπίζεται τις επιλογές της.  

Ε.Π.: Τι σας συγκίνησε σε αυτή τη γυναίκα; 

Ρ.Π.: Με άγγιξε ο τρόπος που η γυναίκα αυτή παρατηρεί τον εαυτό της, την φθορά, καθώς πλησιάζει τον θάνατο…  

Ε.Π.: Ο αριθμός 3 και το επίθετο ψηλές.. έχουν κάποια αλληγορική – μεταφορική σημασία; 

Ρ.Π.: Η σχέση των τριών στην σκηνή είναι τριγωνική.. Η απόσταση των σωμάτων, η ένταση στον χώρο, τα σχήματα που δημιουργούνται είναι σαν μια εξελικτική γεωμετρία στη μνήμη της Α.. Και για τον Γουίλσον έχει σημασία ο αριθμός 3, το τόνισε ιδιαίτερα και προσπάθησε να το προβάλει μέσα από το έργο. Όσο για το επίθετο «ψηλές», υποθέτω πως η μητέρα του ήταν ψηλή και πιθανότατα να αναφέρεται σε αυτήν. Εμείς είμαστε τόσο ψηλές αλλά σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων και ακόμη παραπάνω. 

Ε.Π.: Να μιλήσουμε για τον Ρόμπερτ Γουίλσον, τον σκηνοθέτη της παράστασης, πώς ήταν η συνεργασία σας;  

Ρ.Π.: Ενώ στην αρχή ήταν κάπως συγκρατημένος, σταδιακά άρχισε να μαλακώνει και να μεταμορφώνεται σε έναν ηλικιωμένο έφηβο που αναγνώρισε το ολοκληρωτικό μας δόσιμο. Προς το τέλος βέβαια, ακούσαμε και οι τρεις τα μπράβο μας και μας ευχαρίστησε θερμά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν επέμενε μέχρι τέλους στην λεπτομέρεια. Οι πρόβες ήταν πολύ κουραστικές και δύσκολες αφού από την πρώτη στιγμή αντιμετωπίζαμε την κάθε πρόβα ως κανονική παράσταση. Φώτα, σκηνικά, κοστούμια, μακιγιάζ, κινήσεις… όλα έπρεπε να είναι στημένα στην κάθε τους λεπτομέρεια από την αρχή.  

Ε.Π.: Φάνηκε η δουλειά σας όμως και το αποτέλεσμα σας δικαιώνει.. 

Ρ.Π.: Ναι, είναι μια παράσταση που πραγματικά ξεπέρασε τις προσδοκίες μας… Η ψυχική ανάταση που νιώσαμε με την αγάπη του κόσμου ήρθε να ισοφαρίσει την κούρασή μας από τις εντατικές και απαιτητικές πρόβες.  

Ε.Π.: Και ο φωτισμός είναι βασικό στοιχείο της παράστασης.. 

Ρ.Π.: Το πρώτο πράγμα που είπε ο Γουίλσον στην press conference   ήταν «θα φωτίσω το πρόσωπο της Ρένης..». Το αισθητικό μέρος είναι πολύ σημαντικό για την παράσταση μας.  

Ε.Π.: Η δική σας σχέση με το χρόνο ποια είναι; 

Ρ.Π.: Έχω μια υποψία ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν και ότι η διαδοχή τους είναι φαινομενική. Το παρελθόν ζει μέσα μας, όπως και το παρελθόν του ανθρώπου γενικότερα. Ας κάνει λοιπόν ο χρόνος την δουλειά του, έτσι όπως φεύγει και τρέχει, και εγώ ας ζήσω το τώρα, το παρόν. Γιατί πραγματικά, ποιος μπορεί να τα βάλει μαζί του;  

Ε.Π.: Συχνά όμως, είμαστε τόσο απασχολημένοι με την καθημερινότητα που αφήνουμε να μας ξεγλιστράει το παρόν, το τώρα… 

Ρ.Π.: Και μέσα από το κείμενο αναδύεται η σημαντικότητα του «τώρα». Και η Α και η Β προσπαθούν και είναι στο «τώρα».. 

Ε.Π.: Θέατρο Τέχνης- Κάρολος Κουν, ένας σημαντικός σταθμός της ζωής σας… Τι κρατήσατε από αυτό το ταξίδι; Τι θυμάστε πάντα από τον Κάρολο Κουν; 

Ρ.Π.: Το Θέατρο Τέχνης για μένα ήταν μια ολόκληρη ζωή και όχι απλά ένας σταθμός της ζωής μου. Αυτό που κρατάω είναι η πίστη στον Διόνυσο, την αφοσίωση στο θέατρο δηλαδή… Όπως έλεγε και ο Κουν δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο, δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε και μόνο αλλά κυρίως γιατί μέσα από αυτό τον τρόπο, το θέατρο, βλέπω τα πράγματα και η ζωή μου αποκτά ένα νόημα επικοινωνώντας με τον κόσμο, μεταφέροντας την ποίηση του ΚΟΣΜΟΥ… Αυτό που ευχότανε ο δάσκαλος ήτανε όλοι μαζί να φτιάξουμε έναν ακέραιο πολιτισμό για τον τόπο μας… 

Ε.Π.: Θα μπορούσατε να είχατε ασχοληθεί με κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό από το θέατρο;  

Ρ.Π.: Εάν δεν ασχολούμουν με το θέατρο πάλι θα έκανα ανασκαφές, όχι όμως σε κείμενα αλλά σε χώματα… Μου αρέσει η αρχαιολογία λόγω και των κληρονομικών καταβολών μου. Μια επιλογή λοιπόν ήταν αυτό αλλά επικράτησε το θέατρο…  

Ε.Π.: Με την τηλεόραση ασχοληθήκατε καθόλου; 

Ρ.Π.: Το πρώτο που έκανα ήταν η «Αίθουσα του θρόνου» και το τελευταίο που το χάρηκα πολύ ήταν το «Δέκα» του Καραγάτση.  

Ε.Π.: Τηλεόραση λίγο, κινηματογράφο λίγο, οπότε όλη σας η καριέρα είναι γεμάτη θέατρο… Βραβευτήκατε μάλιστα πρόσφατα με το Μεγάλο Βραβείο Θεάτρου από την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών. Πώς νιώθετε για αυτό;  

Ρ.Π.: Συγκινήθηκα πολύ… ήταν απρόσμενο, ξαφνικό… Στο παρελθόν έχω ξανά βραβευτεί, αλλά αυτό δεν το περίμενα… Ήτανε βραβείο για την συνολική προσφορά μου στο θέατρο.   

Ε.Π.: Πώς βλέπετε σήμερα τη νέα γενιά ηθοποιών; Έχουν την ίδια όρεξη, τις ίδιες αξίες με τη δική σας γενιά; 

Ρ.Π.: Πραγματικά βλέπω τόσο προικισμένους ανθρώπους, τόσο διαβασμένους σήμερα και με όρεξη αλλά και με αξίες. Οι συνθήκες όμως είναι διαφορετικές και δεν ευνοούν την αφοσίωση, την επιμονή αλλά αντίθετα επικρατεί διάλυση, επιπολαιότητα, ευκολίες… Σκεφτείτε, τόσες σχολές, τόσα θέατρα και πόσα από αυτά αξίζουν πραγματικά;  

Ε.Π.: Παρατηρείτε να έχουν τις ίδιες αξίες με τη δική σας γενιά, ως προς το θέατρο και την τέχνη; 

Ρ.Π.: Τι να σας πω.. Εμείς εκ των πραγμάτων είμασταν πιο δοσμένοι, πιο συγκεντρωμένοι σε αυτό που κάναμε. Δουλεύαμε πολύ και μπορούσαμε να κάνουμε πρώτους ρόλους αλλά και απλά περάσματα… Προσωπικά έκανα στην αρχή πρώτο ρόλο και μετά για πολλά χρόνια έκανα περάσματα. Το ότι έκανα πρώτο ρόλο δεν σήμαινε ότι αυτό θα έκανα συνεχώς… Σε μας υπήρχαν τα όρια και η ιεραρχία και ήτανε πιεστικά… Σε ανάγκαζαν να βαδίζεις με συγκεκριμένο τρόπο, εφόσον ήθελες να ακολουθήσεις.. Γενικά έχουμε την τάση να ωραιοποιούμε το παρελθόν αλλά προσωπικά δεν μου αρέσει αυτό, δεν νοσταλγώ.. 

Ε.Π.: Τι θα συμβουλεύατε τα νέα παιδιά που μπαίνουν με όνειρα σε αυτό τον στίβο; 

Ρ.Π.: Δεν μου αρέσουν οι συμβουλές από καθέδρας… Εύχομαι αυτός που έχει το ταλέντο, να έχει και την επιμονή, την αντοχή, το πείσμα να συνεχίσει. Μακάρι να υπήρχαν και χώροι όπου θα μπορούσαν να μαθητεύουν αυτοί οι άνθρωποι και όχι να αναγκάζονται να κάνουν μόνοι τους τα πάντα. Είναι και οι συνθήκες σήμερα έτσι διαμορφωμένες και το ίδιο το περιβάλλον τους ωθεί στην ευκολία και αυτό συχνά οδηγεί στη διάλυση.  

Ε.Π.: Υπάρχει όμως και η εντύπωση ότι το επάγγελμα του ηθοποιού είναι σχετικά εύκολο, τους γοητεύει η αναγνωσιμότητα και η δημοφιλία… 

Ρ.Π.: Αυτό πια και αν υπάρχει… Βέβαια να σας πω ότι αυτό υπήρχε και σε μας. Πολλά αγόρια ερχόντουσαν στη σχολή για να πάρουν αναβολή από το στρατό.  

Ε.Π.: Είστε αισιόδοξη για το μέλλον; Πώς βλέπετε να εξελίσσονται τα πράγματα;  

Ρ.Π.: Όχι, δεν είμαι αισιόδοξη.. Από τη μια έχουμε εκπληκτικά άλματα της επιστήμης και από την άλλη μεριά οι πόλεμοι είναι ενεργοί, μια οικονομική ψαλίδα που συνεχώς μεγαλώνει ανάμεσα στους ανθρώπους…γενική ανασφάλεια.  

Ε.Π.: Παίρνοντας αφορμή κάτι δικό σας που διάβασα «Συνεχίζει πάντα το ταξίδι, ανοιχτή σ ενδιαφέρουσες συναντήσεις και προσπαθώντας πάντα …να αποτύχει καλύτερα…».  

Ρ.Π.: Αυτό είναι «κλεμμένο» από τον Μπέκετ, ο οποίος λέει να προσπαθείς να αποτύχεις.. και να προσπαθείς ξανά να αποτύχεις καλύτερα.. Είναι εξαιρετική αυτή η φράση, την έχω φυλαχτό και μότο διότι απόλυτη επιτυχία δεν υπάρχει.  

Ε.Π.: Κάποιο απωθημένο ίσως;  

Ρ.Π.: Αυτό δεν έχει νόημα… Ότι αρνήθηκα δεν επιστρέφει και δεν βρίσκω νόημα να το κρατάω ως απωθημένο.. Το βρίσκω αστείο να κάνω απολογισμούς και να βρίσκω τι έκανα ή δεν έκανα.. Δεν ισχύει για μένα αυτό.  

Ε.Π.: Κλείνοντας και επιστρέφοντας στο έργο, ποια θα πρέπει να είναι λοιπόν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μας; 

Ρ.Π.: Με ποιο δικαίωμα λοιπόν, θα πει κάποιος στον άλλο ότι αυτή πρέπει να είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής σου; Δεν υπάρχει πρέπει.. Εξαρτάται από το  τί θεωρεί κάποιος ευτυχισμένη στιγμή ή τι είναι ευτυχία για τον καθένα μας… Αν την βρίσκει και πόσο μπορεί να τη νιώσει… 

Σας ευχαριστώ πολύ!! 

 

Ταυτότητα Παράστασης 

Σκηνοθεσία: Robert Wilson 

Συνεργάτης σκηνοθέτης: Charles Chemin 

Σκηνικά: Flavio Pezzotti 

Κοστούμια: Flavia Ruggeri 

Ηχητικός Σχεδιασμός: Thorsten Hoppe 

Φωτισμοί: Marcello Lumaca 

Πρωτότυπη μουσική: Θοδωρής Οικονόμου 

Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές 

Βοηθός σκηνοθέτης: Δήμητρα Δερμιτζάκη 

Υπεύθυνη παραγωγής: Αιμιλία Σιαφαρίκα 

 

Ηθοποιοί: Ρένη Πιττακή, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Λουκία Μιχαλοπούλου, Αλέξης Φουσέκης 

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Λεωφ. Ηρώων Πολυτεχνείου 32, Πειραιάς, 2104143310