Ο Ηλιάδης είχε φτιάξει από πίσω μου μια ιστορία για το σύνδρομο Μινχάουζεν και τη διακινούσε πολύ πριν με συλλάβουν, είπε στην απολογία της
Ωστόσο, όπως είπε η 34χρονη μητέρα δεν σταμάτησε λεπτό να εμπιστεύεται τον κ. Ηλιάδη. «Ήξερα ότι το παιδί είναι στα χέρια του. Όταν το παιδί θα έβγαινε πάλι από εκείνον θα παίρναμε τις εντολές, δεν ήθελα να πάω κόντρα. Δεν ήξερα ότι είχε πιάσει όλη την εντατική, τους γιατρούς μέχρι και το Ωνάσειο και το Παίδων. Επενέβη και στους γιατρούς του Παίδων για το αν θα γίνει η ιατροδικαστική της Τζωρτζίνας μου στην Πάτρα ή την Αθήνα. Δεν ήξερα ότι είχε φτιάξει από πίσω μου μια ιστορία, το σύνδρομο Μινχάουζεν, το οποίο προωθούσε σε εφημερίδα πριν καν συλληφθώ. Μιλούσε εδώ για τη Τζωρτζίνα και με κατηγορούσε και όταν βγήκα στο διάδρομο μου έπιασε τα χέρια και μου είπε: ”για την αλήθεια της Τζωρτζίνας”. Και εγώ του έλεγα γιατί κ. Ηλιάδη; Γιατί; Τόσο θέατρο δεν μπορώ να καταλάβω. Επειδή δεν είπα για τα όργανα, ότι δεν δίνω τίποτα. Δεν καταλαβαίνω το μένος που έβγαλε αυτός ο γιατρός, ενώ στις συνομιλίες μας ήταν άψογος».
Νωρίτερα, η κατηγορούμενη είχε πει για τον κ. Ηλιάδη: «Μας ρώτησε αν πιστεύουμε στο Θεό. Και του είπαμε φυσικά και πιστεύουμε. Και μας είπε ότι υπάρχει ένας πάτερ να την κοινωνήσει. Μετά όμως ενώ απαγορεύονταν λόγων covid οι επισκέψεις μάθαμε ότι πήγε ο πάτερ και την κοινώνησε. (…) Μια ημέρα άκουσα τον κ. Ηλιάδη με την κ. Τσιόλα την ιατροδικαστή της Ίριδας σε ένα διάλογο που μόνο που δεν μου πέσανε τα μαλλιά. Άκουσα τον κ. Ηλιάδη να λέει στην κ. Τσιόλα ότι η μαμά της Τζωρτζίνας «κάτι έχει κάνει με το παιδί». Και παρακαλούσε την κ. Τσιόλα να του πει τι έχει δει από τη νεκροψία της Ίριδας. Και εκείνη του έλεγε «Αντρέα να το ψάξουμε γονιδιακα, δεν έχω κάτι». Τον ρώτησε γιατί τα λέει αυτά, και τότε άρχισε να με κατηγορεί. Έλεγε ότι πήγαινα στο νοσοκομείο με αρώματα και καλοντυμένη, ότι όταν σε μια βάρδια νύχτα είχε ανοίξει το θυροτηλέφωνο και έβλεπε απέξω το Μάνο να κάθεται και να κοιμάται. Έλεγε για μένα ότι δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια μάνα. Ότι είμαι πολύ ψυχρή. Έστειλα μήνυμα στο Μάνο και του είπα μετά όλα αυτά που είχα ακούσει. Ωστόσο, ανοίγει η πόρτα και βγαίνει η κ. Τσιόλα και ήταν σαστισμένη που με είδε. Και βγήκε και ο κ. Ηλιάδης με ένα χαμόγελο. Είπα δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό να μου χαμογελάει τώρα και πριν να μιλάει με τα χειρότερα λόγια. Του είπα ”σας άκουσα πριν”, όλο το διάλογο που είχατε με την κ. Τσιόλα. Και μου λέει «ναι το παραδέχομαι». Τον ρώτησα γιατί τα λέτε αυτά; Μου είπε γιατί σας βλέπω ψυχρή. Του είπα εκτελώ δικές σας συμβουλές, να είμαι ψύχραιμη, να μην κλαίω για το καλό του παιδιού. Του είπα ότι στο 1ο νεκροταφείο έχω μάρμαρα από δυο παιδιά και πάω εκεί και κλαίω. Και ότι εδώ που πιάνω το παιδί μου δεν θα κλάψω. Του είπα είμαι παγοκολόνα, γιατί έτσι έγιναν τα πράγματα στη ζωή μου. Το τι κάνω εγώ όταν κλείνει η πόρτα της εντατικής και φεύγω δεν το ξέρει κανείς. ….Μου ζήτησε συγνώμη για αυτά που άκουσα και μου είπε ότι πρέπει να συμβουλευτώ έναν ειδικό. Μου είπε ότι υπάρχει στο νοσοκομείο ψυχιατρική κλινική και ειδικοί να με βοηθήσουν για το πώς θα αντιμετώπιζα τη Τζωρτζίνα πως να την διαχειριστώ όταν με το καλό βγει. Του είπα δεν έχω κανένα πρόβλημα. Κλείσαμε το ραντεβού αλλά εγώ δεν είχα καταλάβει ότι είχε κάνει όλες τις συνομιλίες πίσω από την πλάτη μου. Πήγαμε με το Μάνο και έρχεται ένας γιατρός και άρχισε να με ρωτάει κάτι πράγματα…. Με ρώταγε αν ακούω χτυπήματα στο παράθυρο ή την πόρτα χωρίς να είναι κάποιος; Μου λέει ”βλέπεις κόκκινα τα μάτια του Μάνου;” Όχι, του απάντησα. Σε κάποια στιγμή μου ήρθε να βάλω τα γέλια. …Μετά μπήκε ο Μάνος. Και τον ρωτούσε αν ήθελα να αυτοκτονήσω… Μετά ο κ. Ηλιάδης μας ζήτησε συγνώμη».
Στη συνέχεια η Ρούλα Πισπιρίγκου αναφέρθηκε στη διακομιδή της Τζωρτζίνας στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, προκειμένου να της τοποθετηθεί απινιδωτής – βηματοδότης. «Μετά έρχεται η στιγμή για το Ωνάσειο. Μας είπε ο κ. Ηλιάδης ότι θα πάει στο Ωνάσειο για να βάλλει απινιδωτή – βηματοδότη. Μας είπε ότι όλα είναι τακτοποιημένα. Μας ανέφερε ακόμη και το όνομα του γιατρού, του κ. Παπαγιάννη. Μας είπε για 2-3 μέρες διακομιδή», ανέφερε η κατηγορουμένη και στη συνέχεια αναφέρθηκε σε επεισόδια που παρουσίασε το κοριτσάκι στο συγκεκριμένο κέντρο αλλά και σε μικρόβια από τα οποία, όπως είπε, μολύνθηκε.
«Μας είπαν ότι είχε ένα μικρόβιο ψευδομοναδα. Μας ρώτησαν αν μας είχαν ενημερώσει στο Ρίο. Για τίποτα δεν μα είχαν ενημερώσει στο Ρίο είχαν αλλού το μυαλό τους. Μιλήσαμε με τον κ. Παπαγιάννη και μας είπε ότι για τη πρώτη ανακοπή δεν μπορεί να γνωρίζει γιατί δεν είχε κάτι καταγεγραμμένο. Ακόμη μας ανέφερε ότι δεν συνεννοήθηκε με τον κ. Ηλιάδη να μπει απινιδωτής- βηματοδότης αλλά συμφώνησαν να έρθει το παιδί στο Ωνάσειο για να κάνει διερεύνηση. Επιμέναμε στο βηματοδότη γιατί μας είχε πει ο κ. Ηλιάδης ότι θα θωράκιζε το παιδί για πάντα. Πήγα την επόμενη ημέρα και μας είπαν ότι είχε κολλήσει ένα θανατηφόρο μικρόβιο. Μετά μας είπαν έχετε ένα πολύ δυνατό παιδί, έχει αρχίσει και καταπολεμά το μικρόβιο. Αυτό το μικρόβιο σκοτώνει μα είπε ο γιατρός, όμως η ηρωίδα το κατάφερε και αυτό. Μετά μας είπαν για σταφυλόκοκο. (….) Η Αθήνα κατηγορούσε την Πάτρα γα τα μικρόβια. Και η Πάτρα την Αθήνα».
Ολοκληρώνοντας για σήμερα την απολογία της η κατηγορούμενη έδειξε στο δικαστήριο ζωγραφιές της Τζωρτζίνας στις οποίες το παιδί έγραφε «σας αγαπώ πολύ» απευθυνόμενο στους γονείς του. Ακόμη έδειξε ένα γράμμα του κοριτσιού στον Άγιο Βασίλη, όπου ζητούσε δώρα για τους γονείς της και της αδελφές της, καθώς και ένα σημείωμα του Μάνου Δασκαλάκη που της εξέφραζε την αγάπη του.
Η απολογία της Ρούλας Πισπιρίγκου θα συνεχιστεί στις 29 Νοεμβρίου.