Ελλάδα – Ισπανία: «Παράλληλες Μητέρες», παράλληλες ιστορίες

Της Βασιλίνας Ριστάνη

672

Παράλληλες Μητέρες»: Η νέα ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ - ελcblog - Σινεμά - elculture.gr

Τι κοινό μπορεί να έχει η υποψήφια στα φετινά Όσκαρ ταινία «Παράλληλες Μητέρες» του Ισπανού σκηνοθέτη Πέδρο Αλμοδόβαρ, με την ελληνική κληρονομιά;

Τόσο η Ελλάδα όσο και η Ισπανία, στέκουν ως «πόρτες» της Ευρώπης και μοιράζονται τον ίδιο Μεσογειακό πολιτισμό, όμως οι σχέσεις που τις συνδέουν, στην πραγματικότητα, είναι πολύ βαθύτερες από την γεωγραφική τους θέση. Οι παρόμοιες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Ισπανία και στο χώρο του Ελληνισμού τον 20ο αιώνα, οδήγησαν σε φρικτά εγκλήματα πολέμων, θύματα των οποίων αγνοούνται μέχρι σήμερα και αποτελούν πληγές που παραμένουν ακόμα ανοιχτές. Αλάτι σ’ αυτές τις πληγές ήρθε να ρίξει ο Ισπανός σκηνοθέτης Πέδρο Αλμοδόβαρ με την ταινία του «Παράλληλες Μητέρες».

Ιστορική Αναδρομή

Από τα αρχαία χρόνια, όπως καταδεικνύει και ο Σοφοκλής στην «Αντιγόνη», το ζήτημα της ταφής και απόδοσης τιμών στους νεκρούς αποτελούσε για τους συγγενείς ιερό καθήκον, ενώ η αντίθετη περίπτωση συνεπαγόταν την ντροπή και ταπείνωση τους. Με ένα σύντομο ταξίδι στο κοντινό παρελθόν, είναι εύκολο να διακρίνει κανείς, γιατί ένα τέτοιο θέμα μας απασχολεί μέχρι τώρα.

Τη δεκαετία του 1930, η Ισπανία ήταν μια διχασμένη χώρα με τους εργάτες, τους αγρότες και τους σοσιαλιστές να είναι υπέρ των αριστερών Δημοκρατικών, ενώ οι μοναρχικοί, οι τσιφλικάδες, οι επιχειρηματίες, οι στρατιωτικοί η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστήριζαν τους δεξιούς Εθνικιστές. Κυρίως εξαιτίας της Οικονομικής Ύφεσης, η στρατιωτική δικτατορία που κυβερνούσε τη χώρα από το 1923 κατέρρευσε το 1929 και όταν οι Δημοκρατικοί ήρθαν στην εξουσία το 1931, ο βασιλιάς παραιτήθηκε. Την περίοδο που ακολούθησε οι δύο αντίπαλοι εναλλάσσονταν στην εξουσία αλλά η

κατάσταση επιδεινώθηκε όταν ο Φράνκο κατέστειλε μια απεργία ανθρακωρύχων σκοτώνοντας χίλια άτομα. Οι πολιτικές παρατάξεις συγκρότησαν πολιτοφυλακές και η βία ξέσπασε στους ισπανικούς δρόμους. Στις 16 Φεβρουαρίου 1936 εξελέγη ο αριστερός συνασπισμός του Λαϊκού Μετώπου που απαγόρευσε το φασιστικό Κόμμα της Φάλαγγας και άρχισε να υποβιβάζει δεξιούς στρατηγούς και να προωθεί Δημοκρατικούς. Όταν αυτή η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο ο Φράνκο ανέλαβε δράση.

Δύο συνθήματα δονούν την ισπανική γη εκείνη την περίοδο: «Ζήτω η Ισπανία!» από το ένα χαράκωμα, «Ζήτω η Δημοκρατία!» από το άλλο. Μα την ώρα της σύγκρουσης, ένα τρίτο σύνθημα κυριαρχεί, «Ζήτω η Επανάσταση!».

Στις 17 Ιουλίου 1936, ισπανικά στρατεύματα με επικεφαλής τον στρατηγό Φρανθίσκο Φράνκο στασίασαν εναντίον της λαοφιλούς αριστερής δημοκρατικής κυβέρνησης, πέντε μόλις μήνες μετά τη νόμιμη εκλογή της. Η αιφνιδιαστική επίθεση υπήρξε πολύ αποτελεσματική, καταλαμβάνοντας σε μια εβδομάδα το ένα τρίτο της χώρας. Ωστόσο, τα δεξιά εθνικιστικά στρατεύματα απέτυχαν να κυριαρχήσουν σε όλη την Ισπανία και οι πολίτες στρατεύτηκαν σε πολιτοφυλακές για να καταστείλουν την ανταρσία. Η Ισπανία χωρίστηκε στα δύο. Οι Δημοκρατικοί μάχονταν για την ελευθερία με την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Εθνικιστές υποστήριζαν ότι πολεμούσαν εναντίον των «άθεων» κομμουνιστών και έτσι κέρδισαν την υποστήριξη της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας. Στο πλευρό των Δημοκρατικών στρατεύτηκαν 40.000 σοσιαλιστές, κομμουνιστές και ιδεαλιστές από όλο τον κόσμο. Ακολούθησε ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος. Τα κύρια πεδία μαχών εναντίον των Εθνικιστών ήταν η Μαδρίτη και η Βαρκελώνη. Η τελευταία έπεσε τον Ιανουάριο του 1939 και λίγο μετά ακολούθησε η Μαδρίτη. Τον Απρίλιο ο Φράνκο διακήρυξε τη νίκη του, εκτελώντας 50.000 Δημοκρατικούς που προστέθηκαν στα 200.000 άτομα που είχαν σκοτωθεί στη μάχη ή σε άλλες βίαιες εκδηλώσεις στη διάρκεια του πολέμου.

Ο Φράνκο κυβέρνησε την Ισπανία ως δικτάτορας μέχρι τον θάνατό του το 1975.

Ταυτόχρονα, στην άλλη πλευρά της μεσογείου, σε μια ασταθή περίοδο της ιστορίας της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας (1963), ήταν ιδιαίτερα έντονες οι διακοινοτικές συγκρούσεις με τους Τουρκοκύπριους, την ίδια στιγμή που στο νησί δρούσαν παραστρατιωτικές οργανώσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων Εθνικιστών. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήταν σε σύγκρουση με το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα, ενώ αντιμετωπιζόταν με καχυποψία από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Στην Κύπρο επίσης, υπήρχαν Έλληνες στρατιωτικοί και στρατιώτες τόσο ως ξεχωριστή δύναμη (ΕΛ.ΔΥ.Κ) όσο και εντός της Εθνικής Φρουράς. Στις 15 Ιουλίου του 1974, εκδηλώνεται πραξικόπημα στην Κύπρο από την Εθνική Φρουρά, την ΕΛΔΥΚ και την ΕΟΚΑ Β΄, κατ’ εντολή της Χούντας των Συνταγματαρχών, με σκοπό την ανατροπή του Μακάριου και την επίτευξη της ένωσης με την Ελλάδα. Τότε, ο Αρχιεπίσκοπος, διέφυγε στην Πάφου, όπου μέσω Μάλτας και Λονδίνου έφτασε στην Νέα Υόρκη. Εκεί, στις 19 Ιουλίου έλαβε μέρος στην σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και κατήγγειλε την χούντα των Αθηνών για εισβολή. Στο μεταξύ, ο τοποθετημένος από τους πραξικοπηματίες νέος Πρόεδρος, Νίκος Σαμψών, ανακήρυξε την Ελληνική Δημοκρατία της Κύπρου. Πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα, στις 20 Ιουλίου, οι Τούρκοι εκμεταλλευόμενοι την κρίση εισβάλουν στο νησί επικαλούμενοι την πρόφαση πως η επιχείρηση αποτελεί ειρηνευτική επέμβαση νομιμοποιημένη από το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεων (συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου). Στις 23 Ιουλίου ο Σαμψών προ της διαφαινόμενης κατάρρευσης παραιτήθηκε, όπως και το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα. Όμως τα γεγονότα στην Κύπρο συνέχισαν να ξετυλίγονται και με μια δεύτερη επιχείρηση, τον Ατίλλα ΙΙ, τον Αύγουστο του ιδίου έτους, η Τουρκία κατέλαβε το 36% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας και εκτόπισε 180 χιλιάδες Κύπριους (άλλες 20.000 παρέμειναν εγκλωβισμένοι), ενώ συνολικά σκοτώθηκαν

περίπου 3.000 ελληνοκύπριοι. Γύρω στις 150.000 άνθρωποι (πάνω από το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού και το ένα τρίτο των Ελληνοκυπρίων) προσφυγοποιήθηκαν. Ένα χρόνο αργότερα, 60 000 περίπου Τουρκοκύπριοι, μετακινήθηκαν από τις ελεύθερες νότιες περιοχές, στις ελεγχόμενες από τις τουρκικές δυνάμεις βόρειες περιοχές. Το 1983, ανακηρύχθηκε η Τούρκικη Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου, αναγνωρισμένη μόνο από την Τουρκία. Η διεθνής κοινότητα θεωρεί τα εδάφη της ΤΔΒΚ ως κατεχόμενη από τις τουρκικές δυνάμεις περιοχή της Δημοκρατίας της Κύπρου. Η κατοχή εξακολουθεί να θεωρείται παράνομη, ενώ οι συνομιλίες για λύση του Κυπριακού ζητήματος συνεχίζονται.

 

Οι Αγνοούμενοι

Οι θηριωδίες και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στα δύο αυτά κύματα βίας δεν είναι δυνατό να ξεχαστούν από τη μία μέρα στην άλλη. Οι αγνοούμενοι πολίτες, υπολογίζεται ότι ανέρχονται γύρω στους 2.000. Το 1981, ιδρύθηκε η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, όμως η πρόοδος της μέχρι το 2004 ήταν μηδενική εξ αιτίας εμποδίων που έφερναν οι επίσημες αρχές της κάθε κοινότητας. Οι διαμάχες για τη επίρριψη ευθυνών συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Υπάρχουν διαφορές στο πως βλέπει η κάθε κοινότητα τους αγνοούμενους. Μια διαφορά είναι πως οι Τουρκοκύπριοι θεωρούν τους αγνοούμενους τους ως νεκρούς ενώ οι Ελληνοκύπριοι ως ζωντανούς. Άλλη διαφορά είναι πως η ελληνοκυπριακή ηγεσία θεωρεί πως ένοχος είναι ο τουρκικός στρατός και όχι οι Τουρκοκύπριοι (με τους οποίους ζούσαν ειρηνικά) ενώ οι τουρκοκυπριακή ηγεσία ρίχνει το βάρος της ευθύνης στους Ελληνοκύπριους. Παρόλα αυτά, τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που ξυπνούν κάθε μέρα με την ελπίδα ότι θα λάβουν οποιαδήποτε πληροφορία η απάντηση για το που βρίσκονται τα συγγενικά τους πρόσωπα.

Έκτοτε, έγιναν πολλές προσπάθειες αποτύπωσης του ζητήματος των αγνοουμένων, στον χώρο του κινηματογράφου. Συγκεκριμένα στις «Παράλληλες Μητέρες» υπεισέρχεται συμπληρωματικά ένα απροσδόκητο στοιχείο που φαινομενικά δεν σχετίζεται με τα τεκταινόμενα στην ταινία: ο μαζικός τάφος, που ανακαλύπτει η υποψήφια για το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου, Πενέλοπε Κρουζ, στον τόπο καταγωγής της, όπου βρίσκονται τα σώματα συγγενών της και θυμάτων του φρανκικού καθεστώτος. Η διακριτική εξέλιξη αυτής της παράλληλης δράσης πραγματοποιεί κάτι σαφές, χωρίς την ανοιχτή αντιμετώπιση του παρελθόντος και τη συναναστροφή με όσα σκοτεινά κρύβει, είναι αδύνατο να υπάρξει ένα απελευθερωμένο από τραύματα παρόν ή μέλλον.

 

Το Σήμερα

Μέχρι και σήμερα στη χώρα μας συζητιούνται ξανά τα rafale, ενώ ακόμη καταφθάνουν οστά Ελλήνων πεσόντων αγνοουμένων κατά την τουρκική εισβολή του 1974. Μόλις πριν λίγους μήνες, τα λείψανα των έξι αξιωματικών από την ΕΛΔΥΚ και του ενός καταδρομέα, επαναπατρίστηκαν ύστερα από 7 χρόνια, με αεροσκάφος C130 της Πολεμικής Αεροπορίας. παρόντες ήταν μέλη της στρατιωτικής και της πολιτικής ηγεσίας, όπως ο υφ. Εθνικής Άμυνας Νίκος Χαρδαλιάς και ο πρέσβης της Κύπρου, καθώς και συγγενείς και φίλοι των πεσόντων και πλήθος απλού κόσμου. Σύμφωνα με τον Υπουργό Άμυνας της Κύπρου, πολλές οικογένειες και αγαπημένα πρόσωπα των ηρώων ανέμεναν με καρτερικότητα και αξιοπρέπεια, αρκετοί από αυτούς μάλιστα έφυγαν από τη ζωή χωρίς να μάθουν για τους αγαπημένους τους. Διαβάζοντας την είδηση αυτή, τα συναισθήματα ταυτίζονται με εκείνα της τελευταίας σκηνής στις «Παράλληλες Μητέρες». Μα η ταινία του Αλμοδόβαρ δεν είναι ένα προϊόν μυθοπλασίας, αλλά η ιστορία, η ιστορία της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Κύπρου, τραύματα και πληγές που δεν έχουν ακόμη πλήρως επουλωθεί.

Το μοτίβο της ταινίας είναι πρόγονοι, απόγονοι και στη μέση εμείς. Το παιδί που φέρνει στη ζωή η Κρουζ, το συνέλαβε από έναν άνδρα που εμπλέκεται στις έρευνες που πραγματοποιεί για να βρεθεί ο προπάππους της. Η ηρωίδα παρουσιάζει έντονο το στοιχείο της ιστορικής μνήμης, έχει καταγωγή, ρίζες και πρόσημο. Από την άλλη, η άλλη μητέρα, είναι το ακριβώς αντίθετο: μοιάζει να έρχεται από έναν απροσδιόριστο και αποστασιοποιημένο από την πολιτική χωρόχρονο, όχι όμως απαραίτητα λόγω της ηλικιακής διαφοράς, αλλά γιατί η δική της ευκατάστατη οικογένεια δεν κουβαλούσε ανάλογα τραύματα, επειδή ήταν με την πλευρά των νικητών, με την πλευρά εκείνων που εξουσίασαν για μεγάλο μέρος του εικοστού αιώνα τη χώρα.

Εκτελεσμένοι αγνοούμενοι του εμφυλίου, θαμμένοι σε ομαδικούς μυστικούς τάφους: ο σκηνοθέτης ήθελε να μιλήσει για το ζήτημα αλλά εντάσσοντάς το στη γλώσσα του, το ύφος του, τον κόσμο του – που μπορεί τελικά να ξεπηδήσει από τη μεγάλη οθόνη και να επεκταθεί και στο δικό μας