Βρίσκει τοίχο ο εκλογικός νόμος με τα μπόνους

422

Το πρώτο κόμμα θα έχει πριμ 50 έδρες, αν συγκεντρώσει το 40% ● Το νομοσχέδιο υπολογίζεται να τεθεί προς ψήφιση στην Ολομέλεια τις ερχόμενες μέρες και η συγκέντρωση των 200 ψήφων που απαιτούνται για να ισχύσει από τις αμέσως επόμενες εκλογές φαίνεται να έχει αποκλειστεί.

Η επαναφορά του υπέρμετρου μπόνους των 50 εδρών, υπό την προϋπόθεση συγκέντρωσης ποσοστού 40% από το πρώτο κόμμα, εμπεριέχεται στην πρόταση της κυβέρνησης για το νέο εκλογικό σύστημα που τέθηκε σε fast-track διαβούλευση (ολοκληρώνεται σήμερα το μεσημέρι χωρίς να συμπληρώσει τρία 24ωρα διαβούλευσης, ενώ μεσολάβησε Σαββατοκύριακο).

Με τις προωθούμενες διατάξεις προβλέπεται κλιμακωτό μπόνους εδρών για το πρώτο στις προτιμήσεις των πολιτών κόμμα ή για συνασπισμό συνεργαζόμενων κομμάτων, ανάλογα με το ποσοστό που συγκεντρώνει. Το «κατώφλι» που πρέπει να περάσει ένα κόμμα προκειμένου να πριμοδοτηθεί ορίζεται στο 25%, περίπτωση στην οποία χορηγείται μπόνους 20 εδρών, με τις υπόλοιπες 280 έδρες να κατανέμονται αναλογικά στα κόμματα που εισέρχονται στο κοινοβούλιο. Κάθε επιπλέον μισή ποσοστιαία μονάδα (δηλαδή κάθε επιπλέον 0,5%) από το 25% πριμοδοτεί το πρώτο κόμμα με επιπλέον 1 έδρα.

Για παράδειγμα, με εκλογικό ποσοστό 30% το πρώτο κόμμα αποκτά μπόνους 30 εδρών, ενώ με 35% πριμοδοτείται με 40 έδρες επιπλέον. Το μπόνους των 50 εδρών, το οποίο προβλεπόταν και στον «νόμο Παυλόπουλου» -με τον οποίο διεξήχθησαν οι εκλογές του περασμένου Ιουλίου- χορηγείται σε κόμμα ή συνασπισμό κομμάτων που συγκεντρώνουν ποσοστό τουλάχιστον 40% (αναλυτικότερα βλ. πίνακα). Αναλογικά σε όλα τα κόμματα κατανέμονται οι 300 έδρες στην περίπτωση που το πρώτο κόμμα συγκεντρώσει ποσοστό μικρότερο του 25%.

Κυβερνητική σταθερότητα
Αν και κατά την άποψη της κυβέρνησης ο προωθούμενος εκλογικός νόμος πετυχαίνει «μια κοινή τομή ανάμεσα στην αναλογικότητα εκπροσώπησης που δίνεται με τη λαϊκή εντολή, την εκλογική δύναμη των κομμάτων και την κυβερνητική σταθερότητα», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο, στην πράξη είναι λίγες οι διαφοροποιήσεις από τον «νόμο Παυλόπουλου».

Στην περίπτωση που προσαρμοστούν τα ποσοστά τα οποία κατέγραψαν τα κόμματα στις εκλογές του Ιουλίου πάνω στον προωθούμενο εκλογικό νόμο δεν προκύπτει η ελάχιστη αλλαγή στην κατανομή εδρών: η Ν.Δ. (39,85%) θα εξέλεγε και πάλι 158 βουλευτές, ο ΣΥΡΙΖΑ (31,53%) επίσης 86, το ΚΙΝ.ΑΛΛ (8,10%) θα εξέλεγε 22, το ΚΚΕ (5,30%) ομοίως 10 βουλευτές και Ελληνική Λύση (3,70%) και ΜέΡΑ25 (3,44%) θα εξέλεγαν 10 και 9 βουλευτές αντίστοιχα.

«Προβλέψιμη» η πρόταση της Ν.Δ. για το εκλογικό σύστημα, σύμφωνα με τον γραμματέα της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ. «Είναι μια πρόταση η οποία υποτιμά την αξία της γνήσιας αντιπροσωπευτικότητας και κυρίως, στη βάση αυτής της επιδίωξης, τη δυνατότητα δημιουργίας συνθηκών πραγματικής συναίνεσης και συγκλίσεων» τόνισε σε συνέντευξή του («Αθήνα 9,84») ο Π. Σκουρλέτης.

Το νομοσχέδιο υπολογίζεται να τεθεί προς ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής εντός των επόμενων ημερών και η συγκέντρωση των 200 ψήφων που απαιτούνται για να ισχύσει από τις αμέσως επόμενες εκλογές μοιάζει αυτή τη στιγμή να έχει αποκλειστεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υπογραμμίσει την κάθετη διαφωνία του στην επαναφορά ενός εκλογικού συστήματος ανισοτιμίας ψήφου, το ΚΚΕ από θέση αρχής υποστηρίζει την απλή αναλογική, ενώ η Φώφη Γεννηματά σε συνέντευξή της, που δημοσιεύτηκε χθες («Νέα Σελίδα»), ξεκαθάρισε ότι το ΚΙΝ.ΑΛΛ. δεν πρόκειται να συναινέσει σε ένα σύστημα «που συντηρεί και ενισχύει την πόλωση και τον διχασμό και οδηγεί σε αδύναμες κυβερνήσεις λαϊκής μειοψηφίας, που επιβιώνουν κοινοβουλευτικά ελέω του μπόνους». Πιθανότατα το προτεινόμενο εκλογικό σύστημα να υπερψηφιστεί μόνο από τους 158 βουλευτές της Ν.Δ.

Αφήνεται επομένως ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο για διπλές κάλπες, ακόμη και για επίσπευσή τους, με την κυβέρνηση να στοχεύει στο να «κάψει» το ισχύον εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής στην πρώτη εκλογική διαδικασία και να θέσει σε εφαρμογή τον δικό της νόμο στις εκλογές που θα ακολουθήσουν στην περίπτωση που δεν θα σχηματιστεί νέα κυβέρνηση.

Συνηγορούν σε αυτό άλλωστε και τα πρόσφατα εκβιαστικά διλήμματα που έθετε η κυβέρνηση στα αντιπολιτευόμενα κόμματα του τύπου «συναίνεση ή περιπέτεια διπλών εκλογών», από τα οποία αναδείχτηκαν αυτομάτως αντιφατικά χαρακτηριστικά, καθώς στην ουσία ζητούνταν συναίνεση για να «καεί» το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής που ευνοεί τις συναινέσεις.

Εμπόδια
Προκειμένου να αντικρούσουν τα περί πρόωρων εκλογών, κυβερνητικές πηγές θυμίζουν ότι εξ αρχής η κατάθεση εκλογικού νόμου είχε εξαγγελθεί για την αρχή και όχι για το τέλος της κυβερνητικής θητείας. Το σχετικό νομοσχέδιο κατατίθεται με την κυβέρνηση να έχει συμπληρώσει θητεία κατά τι μεγαλύτερη των έξι μηνών, περίοδο στην οποία αναμφισβήτητα η συνοχή της παραμένει συμπαγής.

Σε μεταγενέστερο χρόνο πιθανές διαφοροποιήσεις βουλευτών της θα μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντικά εμπόδια, με δεδομένο μάλιστα ότι η απλή αναλογική ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση ενός βουλευτή σε ενδεχόμενες εσωκομματικές αναταράξεις.