Το εμβόλιο κατά της φυματίωσης στο.. μικροσκόπιο του ΠΟΥ

της Χρύσας Μπάτου

741
Πηγή: REUTERS/Baz Ratner

«Αχτίδες ελπίδας» στο τέλος της δυστοπικής «υγειονομικής δοκιμασίας», φαίνεται να προσφέρει το εμβόλιο BCG (bacillus Calmette-Guerin), το οποίο εξακολουθεί να χορηγείται στα νεογνά. Το γνωστό μας εμβόλιο κατά της φυματίωσης ενδέχεται να υψώσει μία «ασπίδα προστασίας» κατά της νέας πανδημίας.

Με την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να κουρδίζει τους δείκτες του υγειονομικού
ρολογιού σ’ έναν αγώνα δρόμου για την ανεύρεση του πολυπόθητου «γιατρικού»,
πρόσφατες μελέτες συσχετίζουν το εμβόλιο BCG με τη διασπορά του κορωνοϊού.

Μήπως ένα παλιό και ευρέως χρησιμοποιημένο εμβόλιο κατά της φυματίωσης παρέχει μία αποτελεσματική «απάντηση» στη δυσεπίλυτη «υγειονομική εξίσωση»;

Η Glenda Gray, επιστήμων και Διευθύνων Σύμβουλος του Νοτιοαφρικανικού Συμβουλίου
Ιατρικής Έρευνας (SAMRC) εξηγεί ότι μία προγενέστερη εμπειρία, βοηθά στη «γνωριμία» με
τη νέα πανδημία.

«Λόγω της εμπλοκής μου στα εμβόλια HIV, συνεργάζομαι με την παγκόσμια προσπάθεια να
δοκιμάσω τα εμβόλια Covid-19 στη Νότια Αφρική. Αυτό είναι ένα μακροπρόθεσμο έργο και
ελπίζουμε ότι μπορούμε να αρχίσουμε να βλέπουμε μια κίνηση ενδιαφέροντος σε
παγκόσμιες πρωτοβουλίες για να μας βοηθήσουν να αξιολογήσουμε τα
εμβόλια». Συγχρόνως διευκρίνισε ότι «το μόνο που έχουμε αυτήν τη στιγμή είναι μη
φαρμακευτικές παρεμβάσεις. Δεν έχουμε φάρμακα, δεν έχουμε μονοκλωνικά αντισώματα
και δεν έχουμε εμβόλια».

Άραγε μπορεί ένα εμβόλιο να αναχαιτίσει τη διασπορά ενός ιού για τον οποίο ίσως να μην έχει σχεδιαστεί;

Σύμφωνα με το καθηγητή Greg Hussey, επικεφαλή των εμβολίων στο νοσοκομείο της Cape
Town, η μαζική κυκλοφορία του εμβολίου το 1921, η διανομή του σε «διάφορα εργαστήρια
παγκοσμίως», «εκπαιδεύει» το ανοσοποιητικό σύστημα. Ως εκ τούτου, οδηγεί σε μία
βελτιστοποίηση της γενικής προστασίας έναντι ορισμένων αναπνευστικών λοιμώξεων. Το
εμβόλιο κατά της φυματίωσης επομένως «θωρακίζει» τον ανθρώπινο οργανισμό από
ασθένειες, στις οποίες δε στόχευε πρωτίστως.

Στη Νότιο Αφρική, η «σποραδική» χορήγηση του εμβολίου στο μαθητικό κόσμο στις αρχές
της δεκαετίας του 50’ σε συνδυασμό με μία εκτεταμένη χρησιμοποίηση από το 1973 σε
νεογέννητα βρέφη παγκοσμίως, οριοθετεί τον πληθυσμό των ατόμων που έλαβαν το
εμβόλιο. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται ενήλικες που βρίσκονται στην τέταρτη δεκαετία
της ζωής τους και πιθανότατα ενήλικες μεταξύ 47-65. «Ωστόσο, είναι απίθανο οι
ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών να έχουν BCG εμβόλιο. Η χρήση οποιουδήποτε εμβολίου
στους ηλικιωμένους πρέπει να μελετηθεί για να διασφαλιστεί ότι δεν προκαλεί
προβλήματα».

Τα πορίσματα μίας ολοκληρωμένης μελέτης από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Νέας
Υόρκης (NYIT), συντείνουν σε μία μέγιστη απόκριση των χωρών με μακροχρόνιο ιστορικό
εμβολιασμού BCG στην υπερνίκηση του κορωνοϊού. Ο επικεφαλής ερευνητής Gonzalo
Otazu ισχυρίζεται ότι «ο Covid-19 έχει εξαπλωθεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Προβληματικά, ο αντίκτυπος της νόσου είναι διαφορετικός σε διαφορετικές χώρες». Οι
αποκλίσεις αυτές θα μπορούσαν επίσης να «εξηγηθούν εν μέρει από τις διάφορες εθνικές
πολιτικές σχετικά με τον εμβολιασμό παιδιών με BCG».

Την ίδια στιγμή, σε χώρες-hotspot της πανδημίας-όπως η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες καθώς και
οι ΗΠΑ, χωρίς εκτεταμένη πολιτική εμβολιασμού παρουσιάζονται αυξημένα ποσοστά
θνησιμότητας κατά 6% σύμφωνα με μελέτη της σχολής Δημόσιας Υγείας του John Hopkins
Bloomberg . «Η ουσία είναι ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία», αποσαφηνίζει ο Hussey για
να συμπληρώσει «ο εμβολιασμός BCG των ενηλίκων της Νότιας Αφρικής θα επηρεάσει τη
νοσηρότητα και τη θνησιμότητα του Covid-19. Η τρέχουσα βάση για την πρόληψη
παραμένει η κοινωνική αποστασιοποίηση, και το πλύσιμο των χεριών».

Ο υγειονομικός γρίφος περί ανοσίας του εμβολίου κατά της φυματίωσης στον κορωνοϊό..
τίθεται κάτω από το επιστημονικό μικροσκόπιο. Ο ΠΟΥ ωστόσο, διατηρεί μία αμυντική
στάση εν αναμονή των αποτελεσμάτων δύο κλινικών δοκιμών.