Τα «παιδιά του Covid-19» – Πώς βιώνουν οι νέοι τον κοροναϊό και την απαγόρευση κυκλοφορίας

500

Οι millennials, αλλά και η«γενιά Ζ» βρίσκονται αντιμέτωποι με την πρώτη μεγάλη μάχη της ζωής τους

«Μπαμπά, τι συμβαίνει με τον κορωνοϊό; Γιατί δεν μπορώ να πάω να παίξω μπάσκετ;». Ενα 14χρονο παιδί, ένας νέος στα… ντουζένια της εφηβείας αναρωτιέται γιατί είναι κλεισμένος σε τέσσερις τοίχους. Γιατί είναι απομονωμένος από τους φίλους του, γιατί δεν μπορεί να πάει στο γήπεδο, γιατί χάνει το σχολείο, γιατί η πλατεία είναι άδεια». Και ο μπαμπάς του απαντά: «Αυτό που ζεις παιδί μου είναι Ιστορία. Γράφεται Ιστορία που θα έχεις να διηγείσαι στα παιδιά σου και στα εγγόνια σου».

«Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα» τραγουδούσε ο «Νιόνιος». Ομως, έκανε ένα λάθος. Στην εποχή της πανδημίας που έχει παραλύσει τον πλανήτη, οι νέοι δεν τα ξέρουν όλα. Το κυριότερο: Δεν ξέρουν πώς θα είναι το αύριο.

Ζούμε, σχηματικά, τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, χωρίς βόμβες, χωρίς όπλα, χωρίς τανκς και στρατιώτες, χωρίς φανερούς εχθρούς. Ομως, έχουμε πόλεμο έναντι ενός αόρατου εχθρού που απειλεί, εκτός από τη ζωή μας, την κοινωνικότητά μας, τη συλλογικότητα, τη δράση, τη συναδελφικότητα, τον έρωτα.

Η απομόνωση, οι εικόνες των νεκρών από όλο τον κόσμο, οι μάσκες, τα αντισηπτικά και τα γάντια, η ατέλειωτη πληροφόρηση για ιούς, εμβόλια, πανδημίες, αυτός ο αποστειρωμένος κόσμος που βιώνουν όλοι, έχει και διαφορετικό ψυχολογικό βάρος στον καθένα.

Τι συμβαίνει όμως με τους νέους; Πώς ζουν αυτόν τον πρωτοφανή πόλεμο τα «παιδιά του Covid-19»;

Στα χρόνια της Κατοχής εδώ στην Ελλάδα το διακύβευμα ήταν ένα κομμάτι ψωμί, πώς να γλιτώσουν τα παιδιά από τους βομβαρδισμούς, πώς να διαχειριστούν τον φόβο του ορατού εχθρού.

Τώρα, όμως, που υπάρχει επάρκεια φαγητού και αγαθών άλλες είναι οι ανάγκες της νέας γενιάς. Οι millennials, τα παιδιά που έχουν γεννηθεί από το 2000 και μετά, είναι δηλαδή έως 20 ετών, αλλά και όσοι λέγονται «γενιά Ζ», δηλαδή είναι γεννημένοι από το 1996 ως το τέλος της χιλιετίας, βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες καταστάσεις και συναισθήματα.

Είναι ίσως η πρώτη μεγάλη μάχη της ζωής τους, η πρώτη σημαντική πρόκληση για το μυαλό και την ψυχή τους. Ακόμη και την οικονομική κρίση δεν τη βίωσαν δραματικά, όπως οι γονείς τους.

Μιλώντας με εφήβους αλλά και μεγαλύτερους νέους, οι οποίοι μόλις έχουν ξεκινήσει να εργάζονται, να βάζουν τη ζωή τους σε μια τάξη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα συναισθήματα για την περιπέτεια αυτή είναι ανάμεικτα.

Οι πιο μικροί χαίρονται γιατί χάνουν το σχολείο και παίζουν όλη μέρα, έστω και στο σπίτι. «Ζωάρα χωρίς σχολείο, όπως εμείς το 1981 με τον μεγάλο σεισμό» μας λέει ένας πατέρας.

Πνίγονται
Οι πιο μεγάλοι είναι μελαγχολικοί, πνίγονται στο σπίτι, ακόμη κι αν εργάζονται, νιώθουν ανασφάλεια για το μέλλον, φοβούνται για την οικονομική τους κατάσταση, καταπνίγουν συναισθήματα λόγω του περιορισμού της ελευθερίας τους, της δίψας για ζωή και έρωτα, αγωνιούν για τους ηλικιωμένους γονείς ή παππούδες.

Οι ειδικοί, όμως, είναι αυτοί που έχουν την τελευταία κουβέντα για το πώς οι νέοι βιώνουν ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός. Μιλώντας με τον Γεράσιμο Κολαΐτη, καθηγητή Παιδοψυχιατρικής και διευθυντή Παιδοψυχιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ στο νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», τον ρωτήσαμε τη γνώμη του: «Γενικότερα οι νέοι θεωρούν τους εαυτούς τους άτρωτους και αλώβητους, μπορεί να έχουν δυσκολία να δεχτούν τους περιορισμούς, τον υποχρεωτικό εγκλεισμό και τα συνεπαγόμενά του, και συχνά αντιδρούν. Οι λεπτομερείς ειδήσεις με αναφορές σε κρούσματα, θανάτους, lock down, καραντίνες, περιορισμούς φέρνουν άγχος για τον ιό».

Αναφορικά με το τι θα αφήσει η πανδημία ο κ. Κολαΐτης τονίζει:

«Η κοινωνική απομόνωση για εβδομάδες ή μήνες θα έχει αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των νέων. Οι βραχυ-, μεσο- και μακροπρόθεσμες συνέπειες όλων αυτών των παραγόντων απαιτούν έρευνα. Σε πρόσφατη (Μάρτιος 2020) ανασκόπηση του «Lancet» 24 μελετών, αναφέρονται συμπτώματα μετατραυματικού στρες, σύγχυση, θυμός που σχετίζονται με διάρκεια καραντίνας, φόβους μόλυνσης, ματαίωση, βαριεστημάρα, ανεπαρκείς προμήθειες και πληροφόρηση, οικονομικές απώλειες και στίγμα».

Τον ρωτήσαμε πώς αντιμετωπίζουν ένα τόσο τρομακτικό γεγονός νέοι που δεν έχουν ζήσει κάποια μεγάλη καταστροφή και απαντά: «Στην παρούσα παγκόσμια κατάσταση όλοι, από τα παιδιά μέχρι τους πολύ ηλικιωμένους, έχουμε ανάμεικτα συναισθήματα και κάποιοι θα βιώσουν νέες ή και δυνητικά επιβλαβείς εμπειρίες. Η πανδημία προκαλεί αβεβαιότητα, άγχος, φόβο του αγνώστου, στρες, ενδεχομένως μια νέα κοινωνικο-οικονομική κρίση παγκοσμίως.

Είναι αναμενόμενο εκείνοι που δεν έχουν βιώσει ιδιαίτερες αντιξοότητες ενδεχομένως να «αιφνιδιάζονται», να είναι πιο ευάλωτοι, αν και η σημερινή εμπειρία είναι πρωτοφανής ακόμα και για τους πιο μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους. Από την άλλη, άνθρωποι που βιώνουν επανειλημμένα τραύματα μπορούν να αντέχουν αναπτύσσοντας ένα είδος ανοσίας απέναντι σε αυτά. Ωστόσο, μπορεί να καταρρεύσουν, ιδιαίτερα αν η «δόση τραύματος» ξεπεράσει τις αντοχές τους. Πολλοί νέοι, με ή χωρίς προβλήματα ψυχικής υγείας, θα χρειαστούν βοήθεια και πρέπει να είμαστε σε θέση, με τη βοήθεια της πολιτείας, να τους την παρέχουμε».

Κοινό τραύμα
Οσο για το ποιο θα είναι το «φάρμακο» μιας τέτοιας κατάστασης, ο καθηγητής αναφέρει: Μια τέτοια κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία (ψυχική ανθεκτικότητα) από κάποιους ή ακόμα και να φέρει αυτό που καλούμε «μετατραυματική ωρίμαση».

Σε μια εμπειρία όπως η τωρινή θα μπορούσε να αποδοθεί ο όρος «κοινό τραύμα» (shared trauma), αφού αφορά έκθεση στο ίδιο τραύμα και των χρηστών υπηρεσιών και των ειδικών ψυχικής υγείας. Το ίδιο πιθανόν ισχύει και για τη μετατραυματική ωρίμαση και των δύο πληθυσμών.

Αυτό που βιώνουμε δεν είναι κανονικότητα, και αυτό το αντιλαμβάνονται ή θα αντιληφθούν και συνειδητοποιήσουν όλοι, μικροί και μεγάλοι. Μπορεί παροδικά να εκληφθεί ως περίοδος ξενοιασιάς για τα παιδιά, ωστόσο αυτό δεν θα διαρκέσει και δεν πρέπει να διαρκέσει.

Το μάθημα, η εργασία, η απασχόληση πρέπει να εισαχθεί πάλι στην καθημερινότητα του παιδιού, του εφήβου, όλων μας. Οι σχέσεις στις οικογένειες, στις κοινότητες θα δοκιμαστούν και θα «ξεκαθαρίσουν».