Πέτρος Φιλιππίδης: Οι τρεις καταγγελίες που τον ξεσκέπασαν

717

filippidis-victims-0

Αννα-Μαρία ΠαπαχαραλάμπουςΕλένη ∆ροσάκη και Πηνελόπη Αναστασοπούλου. Οι τρεις ηθοποιοί που με τις καταθέσεις τους για τον Πέτρο Φιλιππίδη άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου ικαι έγιναν αιτία να ακολουθήσουν και άλλες αποκαλύψεις.

Αποκαλύψεις που άφησαν άφωνο το πανελλήνιο για έναν ηθοποιό, για τον οποίο ουδείς μπορούσε να φανταστεί ότι όταν έσβηναν τα φώτα έβγαζε έναν άλλο εαυτό.

Στο πλαίσιο του περίφημου πλεόν Metoo οι τρεις ηθοποιοί βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν και να περιγράψουν τις φρικτές εμπειρίες που έζησαν συνεργαζόμενες με τον δημοφιλή ηθοποιό.

Και ήταν αυτές οι καταγγελίες των τριών ηθοποιών που έδωσαν το θάρρος ή το κουράγιο και σε άλλες γυναίκες να μιλήσουν για όσα βίωσαν με τον Πέτρο Φιλιππίδη και τελικά να τον οδηγήσουν προσωρινά κρατούμενο για έναν βιασμό και δύο απόπειρες βιασμού.

Τι είχαν πει Παπαχαραλάμπους, Δροσάκη και Αναστασοπούλου

Οι τρεις γυναίκες ηθοποιοί περιγράφουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την εμπειρία τους από τη γνωριμία και τη συνεργασία που είχαν με τον Πέτρο Φιλιππίδη σε διάφορες θεατρικές παραστάσεις, ζητώντας την οριστική διαγραφή του από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ), με την ελπίδα ότι η ενέργειά τους θα δώσει θάρρος και σε άλλες ή άλλους συναδέλφους τους, αλλά και σε κάθε γυναίκα ή άνδρα από οποιονδήποτε χώρο που δεν έχει δημόσιο βήμα να βγουν μπροστά χωρίς φόβο και να καταγγείλουν αντίστοιχες τραυματικές συμπεριφορές που έχουν υποστεί από ανθρώπους οι οποίοι μέχρι σήμερα συνεχίζουν να κάνουν όσα κάνουν πιστεύοντας πως βρίσκονται στο απυρόβλητο.  Στην καταγγελία τους, που κατέθεσαν οι δικηγόροι τους Γιώργος Γεραρής και Αλέξανδρος Μίντζιας, επικαλούνται τις μαρτυρίες δέκα επιπλέον προσώπων που θα στηρίξουν το περιεχόμενο των καταγγελιών τους.

Το  «protothema» δημοσίευσε αυτούσιο το  κείμενο της κατατεθείσας καταγγελίας των τριών ηθοποιών ενώπιον του Πειθαρχικού του ΣΕΗ, χωρίς οποιαδήποτε δική μας τοποθέτηση, αποκλειστικά και μόνο για λόγους διαφύλαξης του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος ενημέρωσης της κοινής γνώμης για το τεράστιο αυτό ζήτημα της τρέχουσας επικαιρότητας. Η καταγραφή περιστατικών καταγγελλόμενης κατάχρησης εξουσίας και φερόμενης επιβολής του επαγγελματικά ισχυρότερου στον καλλιτεχνικό και όχι μόνο χώρο και η ανάδειξη του εξαιρετικά σημαντικού ηθικού ζητήματος που προκύπτει από αυτές εμπίπτουν σαφώς στο καθήκον του Τύπου προς ενημέρωση της κοινής γνώμης.

kataggelia0

Η παρούσα δημοσίευση αφορά αποκλειστικά και μόνο το αληθές πραγματικό γεγονός της κατάθεσης της εν λόγω καταγγελίας στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΣΕΗ και η εφημερίδα μας αποστασιοποιείται πλήρως από οποιονδήποτε σχολιασμό των καταγγελλομένων, τηρώντας αποστάσεις από τα όσα αναφέρουν οι καταγγέλλουσες, με σεβασμό στην προσωπικότητα κάθε φυσικού προσώπου.

Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους – Ηθοποιός

«Ερχόταν στο καμαρίνι μου και κατέβαζε επιδεικτικά το παντελόνι του»

 

ΑΝΝΑ_ΜΑΡΙΑ_ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

 

 

«Το έτος 2000, σε ηλικία 24 ετών, συνεργάστηκα με τον καταγγελλόμενο στο πλαίσιο της παράστασης “Οι Ηλίθιοι” του συγγραφέως Neil Simon, που ανέβηκε στο Θέατρο Βρετάνια, σε παραγωγή του κ. Κάρολου Παυλάκη. Στην παράσταση συμμετείχαν, πλην εμού και του καταγγελλομένου, οι συνάδελφοι Νίκη Παλληκαράκη, Βίλμα Τσακίρη, Γιώργος Γαλίτης, Βασίλης Ρίσβας, Δημήτρης Καραμπέτσης, Αντώνης Κρόμπας, Ντίνος Καρύδης και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας μας, ο καταγγελλόμενος σταδιακά με απομόνωσε, με διάφορα τεχνάσματα και δικαιολογίες, από τα υπόλοιπα μέλη του θιάσου και φρόντισε, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες γυναίκες συναδέλφους που συμμετείχαν στην παράσταση, να έχω δικό μου προσωπικό καμαρίνι, με την πρόφαση (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) ότι θα ερμήνευα τον βασικό γυναικείο ρόλο του έργου. Το καμαρίνι αυτό βρισκόταν ακριβώς δίπλα στο δικό του.

Μέσα στον χώρο του καμαρινιού μου, του οποίου κλειδιά διατηρούσε ο ίδιος στην κατοχή του καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της συνεργασίας μας, μπαινοβγαίνοντας στο καμαρίνι μου χωρίς να χτυπά την πόρτα μου και ορισμένες φορές κλειδώνοντας την πόρτα πίσω όπως έμπαινε, ο καταγγελλόμενος προέβη επανειλημμένα σε σοβαρές πράξεις προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειάς μου και όχι μόνο, εκμεταλλευόμενος το νεαρό της ηλικίας μου, την ανάγκη μου να εργαστώ και τον φόβο που μου είχε εμφυσήσει. Πέραν των εν λόγω πράξεων, με τις οποίες προσέβαλε κατ’ εξακολούθηση τη γενετήσια αξιοπρέπειά μου και μέσα στο πλαίσιο της νοσηρής επιθυμίας του να με μειώνει και να με ταπεινώνει συστηματικά με διάφορους τρόπους, αρκετές φορές εισερχόταν στο καμαρίνι μου, ενώ βρισκόμουν μέσα σε αυτό με κλειστή την πόρτα, κατέβαζε το παντελόνι του και ουρούσε επιδεικτικά στον νιπτήρα του καμαρινιού μου, ο οποίος βρισκόταν ακριβώς πίσω από εκεί που καθόμουν (σημειώνω δε ότι ο ίδιος είχε τουαλέτα στο δικό του καμαρίνι).

Επίσης, ο καταγγελλόμενος με παρενοχλούσε εκτός θεάτρου με διάφορους τρόπους, όπως παρακολουθώντας με και προκαλώντας μου έτσι μια συνεχή ανησυχία, που έφτανε μερικές φορές στα όρια του τρόμου, αφού ειλικρινά δεν ήξερα ποια θα ήταν η επόμενή του κίνηση και φοβόμουν ότι είναι ικανός για τα πάντα, όπως μου είχε αποδείξει με τις πράξεις του. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της παράστασης μου δημιουργούσε έναν διαρκή φόβο ώστε να πρέπει πάντοτε να τρέχω για να βγω στη σκηνή, διότι εάν αργούσα έστω και ένα δευτερόλεπτο, εκμεταλλευόμενος τη σκηνοθετική του ιδιότητα, μου επετίθετο λεκτικά και με μείωνε. Ακόμα, κατά τη διάρκεια των στιγμών που υπήρχε μεταξύ του χαρακτήρα που υποδυόμουν και του δικού του κάποιο φιλί, εκείνος με φιλούσε με βία, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του, μπροστά σε ένα έκπληκτο κοινό, το οποίο συνήθως αντιδρούσε με ένα επιφώνημα απέχθειας.

«Ακόμα όμως και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μίλησα εγκαίρως, λέγοντας όλη την αλήθεια, στους δικούς μου ανθρώπους που θα μπορούσαν να με έχουν προστατεύσει. Αν μπορώ έστω και τώρα να δώσω μια εξήγηση, πάνω απ’ όλα στον εαυτό μου, είναι ότι η ντροπή, η ενοχή και ο φόβος που ένιωθα κυριολεκτικά με είχαν παραλύσει»

Το συγκεκριμένο έργο μάλιστα δεν δικαιολογεί ούτως ή άλλως μια τέτοια σκηνική συμπεριφορά, αφού πρόκειται για μια τρυφερή ιστορία. Οταν του ζητούσα με ευγενικό τρόπο μήπως μπορούν τα φιλιά αυτά να γίνονται με άλλον, πιο θεατρικό τρόπο, εκείνος μου απαντούσε: “Εγώ είμαι σκηνοθέτης, εγώ αποφασίζω!”. Ιδίως όταν έρχονταν συγγενείς και φίλοι μου να με δούνε στην παράσταση, πριν βγούμε στη σκηνή, του ζητούσα θερμή παράκληση να σταματήσει να το κάνει, όμως αυτός με αγνοούσε επιδεικτικά. Την ίδια μάλιστα συμπεριφορά αλλά και χειρότερη επεδείκνυε όταν ερχόταν ο τότε σύντροφός μου (τον οποίο και είχε γνωρίσει) να δει την παράσταση, πιάνοντάς με διαρκώς σε διάφορα σημεία του σώματός μου και δίνοντάς μου με ακόμη μεγαλύτερο πάθος αυτά τα πιεστικά και ανάρμοστα φιλιά ενώπιόν του. Προφανώς όλο αυτό του δημιουργούσε ένα νοσηρό αίσθημα υπεροχής. Το γεγονός αυτό με είχε αναγκάσει να ζητάω σε δικούς μου ανθρώπους να μην έρχονται στην παράσταση (μήπως και η συμπεριφορά του μετριαστεί), τους ζητούσα όμως κάθε φορά να με περιμένουν έξω από το θέατρο το βράδυ, ώστε να μπορώ να φύγω χωρίς να με παρενοχλήσει ο καταγγελλόμενος.

f5
Πέτρος Φιλιππίδης και Αννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους, το 2000, στην παράσταση «Οι Ηλίθιοι». Κατά τη διάρκειά της, σύμφωνα με την καταγγελία της Παπαχαραλάμπους, ο Φιλιππίδης παρενοχλούσε τη νεαρή τότε ηθοποιό.

Υπό αυτό το καθεστώς τρόμου και βίας έζησα καθ’ όλη τη διάρκεια της θεατρικής σεζόν, δηλαδή για περίπου επτά μήνες, φοβούμενη να μιλήσω στους δικούς μου αλλά και στους φίλους μου, στους οποίους έλεγα μόνο κάποια πράγματα για τις δυσκολίες της συνεργασίας μας με τον καταγγελλόμενο, τα προβλήματα του χαρακτήρα του και την εμμονή του με το πρόσωπό μου, δίχως όμως να μπαίνω σε λεπτομέρειες. Μόνο σε ελάχιστους φίλους μου είχα εκμυστηρευτεί κάποια από τα πιο σοβαρά και τραυματικά περιστατικά. Ξεκίνησα να κάνω συστηματική χρήση αλκοόλ προκειμένου να αντεπεξέλθω σε όσα τραυματικά βίωνα. Ξεκινούσα να πίνω, καθημερινά, λίγες ώρες προτού πάω στο θέατρο, ώστε να μπορώ, όπως εσφαλμένα τότε νόμιζα, να διαχειριστώ με λιγότερο πόνο την κατάσταση που βίωνα.

Κάποια στιγμή βρήκα το θάρρος να απευθυνθώ στον παραγωγό της παράστασης, κ. Παυλάκη, στον οποίο ζήτησα, ευρισκόμενη σε ιδιαίτερα φορτισμένη ψυχική κατάσταση, να αποχωρήσω από την παράσταση, γιατί δεν άντεχα άλλο. Αυτός δεν φάνηκε να εκπλήσσεται, με άκουσε με προσοχή και μου είπε ότι θα ήταν πολύ δύσκολη μια αντικατάσταση σε εκείνο το χρονικό σημείο και θα δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στην παράσταση. Και τούτο διότι δεν μπορούσα φυσικά να βγω να πω δημοσίως τον λόγο που θα αποχωρούσα και φοβόμουν ότι θα μου χρεωνόταν, στα μάτια των τρίτων και του κόσμου, το κατέβασμα μιας πετυχημένης παράστασης. Αλλά πάνω απ’ όλα φοβόμουν και πιθανά άλλα αντίποινα που ίσως να είχα εκ μέρους του καταγγελλομένου, τον οποίο κυριολεκτικά έτρεμα. Γι’ αυτό τον λόγο και δεν είπα τίποτα, πράγμα που μετανιώνω, με βάση την εμπειρία ζωής που έχω σήμερα, σε μια άλλη ηλικία και με πολύ περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Ακόμα όμως και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μίλησα εγκαίρως, λέγοντας όλη την αλήθεια, στους δικούς μου ανθρώπους που θα μπορούσα να με έχουν προστατεύσει. Αν μπορώ έστω και τώρα να δώσω μια εξήγηση, πάνω απ’ όλα στον εαυτό μου, είναι ότι η ντροπή, η ενοχή και ο φόβος που ένιωθα κυριολεκτικά με είχαν παραλύσει».

Διαβάστε περισσότερα στο Πρώτο Θέμα