Καύσωνας: Γιατί μπήκε στο «καμίνι» η δυτική Βόρεια Αμερική

463

Από τις βορειοδυτικές ακτές των ΗΠΑ, έως τον δυτικό Καναδά, ο φονικός καύσωνας των τελευταίων 24ωρων είναι ιστορικός. Αιτία: ο συνδυασμός έντονων φαινομένων και η κλιματική αλλαγή.

Από το Πόρτλαντ έως το Βανκούβερ, οι υψηλές θερμοκρασίες σπάνε τις τελευταίες ημέρες το ένα ιστορικά ρεκόρ μετά το άλλο.

Οι δρόμοι άνοιξαν και τα καλώδια έλιωσαν από τη πρωτοφανή εδώ και δεκαετίες ζέστη.

Συνηθισμένα στα ήπια στις περιοχές τους καλοκαίρια -που καθιστούσαν σχεδόν περιττή τη χρήση κλιματιστικών- χιλιάδες νοικοκυριά στις βορειοδυτικές ακτές των ΗΠΑ και στα δυτικά του Καναδά πιάστηκαν εξαπίνης από τον ασυνήθιστο καύσωνα.

Αρκετές δεκάδες θάνατοι ήδη αποδίδονται στις ακραίες καιρικές συνθήκες.

Στο Πόρτλαντ του Όρεγκον, ο υδράργυρος έφτασε στους 46,6 βαθμούς Κελσίου, ξεπερνώντας κατά πέντε βαθμούς το προηγούμενο ρεκόρ, πριν από μισό αιώνα, και κάθε προηγούμενο στην περιοχή από το 1940.

Στο Σιάτλ, την μεγαλύτερη πόλη στην πολιτεία της Ουάσιγκτον, όπου το θερμόμετρο έδειξε πάνω από 42 βαθμούς Κελσίου, έχουν καταγραφεί αντίστοιχα υψηλές θερμοκρασίες μόνον δύο φορές στο παρελθόν: μία το 1994 και μία το 2009.

Το πλέον όμως πρωτοφανές ήταν στο χωριό Λίτον της Βρετανικής Κολούμπια, στα δυτικά του Καναδά, όπου για τρεις συνεχείς ημέρες το ένα ιστορικό ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών διαδεχόταν το άλλο, μέχρι που την Τρίτη το θερμόμετρο χτύπησε «κόκκινο», δείχνοντας 49,6 βαθμούς Κελσίου.

Πρόκειται για ρεκόρ 84ετίας σε όλο τον Καναδά. Ξεπέρασε, δε, κατά 2,4 βαθμούς Κελσίου ακόμη και εκείνο που έχει καταγραφεί στην -γνωστή για τους καύκωνες και την έρημό της- αμερικανική πόλη του Λας Βέγκας, η οποία βρίσκεται αρκετά νοτιότερα και σαφώς μακρύτερα από τον Βόρειο Πόλο.

«Σε ορισμένα μέρη του δυτικού Καναδά κάνει πιο ζέστη απ’ ότι στο Ντουμπάι», επεσήμανε στο καναδικό δίκτυο CTV ο κορυφαίος κλιματολόγος της χώρας, Ντέιβιντ Φίλιπις.

Και είμαστε ακόμη στις αρχές του καλοκαιριού…

«Αχαρτογράφητα νερά»;
Ειδικά στην περιοχή των βορειοδυτικών αμερικανικών πολιτειών και του δυτικού Καναδά, στις ακτές του Ειρηνικού, τέτοιου είδους καύσωνες και οι λεγόμενοι «θόλοι θερμότητας» που μπορεί να τους προκαλέσουν -όπως συμβαίνει τώρα- θεωρούνται σπάνιοι.

Όχι τυχαία, στις περισσότερες πληγείσες περιοχές καταγράφονται τώρα ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών σε βάθος τουλάχιστον 40ετίας.

Για το φαινόμενο, τονίζουν ειδικοί, ευθύνονται συνδυαστικά διάφοροι παράγοντες.

Κατ’ αρχάς, «υπάρχει ένα πραγματικά ασυνήθιστο σύστημα υψηλής πίεσης, που παγιδεύει πολλή θερμότητα», επισημαίνει  η Δρ. Κασάντρα Ρότζερς, περιβαλλοντολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον.

Θερμές αέριες μάζες από τα ανατολικά επιδείνωσαν στο μεσοδιάστημα την κατάσταση, κάνοντας αυτόν τον «θόλο θερμότητας» ακόμη πιο ζεστό, καθώς κατέβαινε σε χαμηλότερο υψόμετρο.

Την ήδη αφόρητη κατάσταση, εν τω μεταξύ, επέτεινε η παρατεταμένη ξηρασία στις δυτικές ακτές της Βόρειας Αμερικής, μειώνοντας δραστικά το ποσοστό υγρασίας που θα μπορούσε να δροσίσει λίγο την ατμόσφαιρα, μέσω της εξάτμισης.

Αυτός, δε, ο καύσωνας ήρθε νωρίς, λίγες ημέρες μετά το θερινό ηλιοστάσιο, όπου «οι ημέρες είναι μεγαλύτερες», εξηγεί η Δρ. Ρότζερς, «και δεν νιώθουμε τόσο δροσιά τη νύχτα».

Και, φυσικά, πάνω και πίσω από όλα αυτά είναι η κλιματική αλλαγή.

«Έχει αυξήσει τη συχνότητα στους καύσωνες, το πόσο ισχυροί είναι και την γεωγραφική έκταση που καλύπτουν», λέει η Αυστραλιανή περιβαλλοντολόγος.

Επίσης, μεγαλώνει τη διάρκειά τους, παρατηρεί στους New York Times η Έρικα Φλάισμαν, διευθύντρια του Ινστιτούτου Μελετών για την Κλιματική Αλλαγή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Όρεγκον.

Κι αν και στις παραλιακές περιοχές στον Ειρηνικό αναμένεται να φυσήξει από την επόμενη εβδομάδα ένα σωτήριο δροσερό αεράκι από τον ωκεανό, στην ενδοχώρα των δυτικών πολιτειών η κατάσταση προβλέπεται ότι θα παραμείνει δύσκολη για αρκετές ακόμη ημέρες.

Οι μετεωρολόγοι προβλέπουν για εκεί υψηλότερες για την εποχή θερμοκρασίες για τις επόμενες 2-3 εβδομάδες, με απροσδιόριστες ακόμη συνέπειες για τη γεωργική παραγωγή, αλλά και από τον αυξημένο κίνδυνο δασικών πυρκαγιών, πριν καν αρχίσει επίσημα η σχετική περίοδος.

Κοινή απειλή
Αν και όχι τόσο σπάνια όσο στα δυτικά της Βόρειας Αμερικής, καύσωνες πλήττουν ταυτόχρονα -πρώιμα ή μη- πολλά άλλα σημεία του πλανήτη.

Τους βίωσαν προ ημερών η Ρωσία, η Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Τους υφίστανται τώρα η χώρας μας, η γειτονική Ιταλία και η Τουρκία. Στη Μέση Ανατολή -εκτός από γεωπολιτικά- το τόπος «βράζει».

Στις νότιες επαρχίες του Ιράκ, το θερμόμετρο έχει αγγίξει τους 51 βαθμούς Κελσίου, εν μέσω εκτεταμένων διακοπών ρεύματος, μετά την απόφαση της Τεχεράνης να σταματήσει την παροχή.

Στο ίδιο το Ιράν, στο Κουβέιτ, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και στο Ομάν, η κατάσταση είναι εξίσου αφόρητη από τη ζέστη, ενώ στο βόρειο Πακιστάν, η πόλη Τζακομπαμπάντ πέρασε στις αρχές της εβδομάδας στα χρονικά ως το πιο ζεστό σημείο του πλανήτη, καθώς ο υδράργυρος εκτοξεύτηκε στους 52 βαθμούς Κελσίου!

Εδώ και καιρό, ερευνητές προειδοποιούν  ότι, λόγω της κλιματικής αλλαγής, πολλές περιοχές, κυρίως στη Μέση Ανατολή και στη Νότια Ασία, θα καταστούν συν τω χρόνω μη κατοικήσιμες, εξωθώντας στην μετανάστευση ολόκληρους πληθυσμούς.

Στην Ανταρκτική και στην Γροιλανδία, οι πάγοι λιώνουν, ανεβάζοντας τη στάθμη της θάλασσας, που με τη σειρά της απειλεί παραλιακές πόλεις και περιοχές.

Μέχρι και στη Σιβηρία τα θερμόμετρα κατέγραψαν προ ημερών 48 βαθμούς Κελσίου.

Πρόσφατη έρευνα  για λογαριασμό της ρωσικής κυβέρνησης κατέδειξε ότι το λιώσιμο του παγωμένου υπεδάφους στην περιοχή συνιστά τεράστια πρόκληση για ζωτικές υποδομές, με εκτιμώμενο συνολικό κόστος περί τα 67 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2050.

Ήδη, το 40%  των κτιρίων στη βόρεια Ρωσία παρουσιάζουν δοκιμές παραμορφώσεις.

Το ασυνήθιστο κύμα καύσωνα στη δυτική Βόρεια Αμερική, γράφουν σε κύριο άρθρο τους οι Los Angeles Times, «δεν είναι παρά ακόμη μία σκληρή υπενθύμιση για το ότι ο κόσμος δεν κινείται αρκετά γρήγορα για τον περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων και για τη μείωση των εκπομπών διοξειξίου του άνθρακα».

Κατά εκτιμήσεις των αρμόδιων υπηρεσιών του ΟΗΕ, μπορεί να είναι ήδη αργά για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού (2015) για συγκράτηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

«Υπάρχει τουλάχιστον μία στις πέντε πιθανότητες [η μέση θερμοκρασία] να ξεπεράσει προσωρινά τους 1,5°C έως το 2024», είχε προειδοποιήσει από τα τέλη του περασμένου έτους ο Γενικός Γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Μετεωρολογίας, Πέτερι Ταάλας.

Πηγή: in.gr