Η επίμαχη επιστολή της Κομισιόν για τα κολέγια

473

Την αντίδραση της Επιτροπής Ελέγχου Κοινοβουλευτικού Εργου Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ (ΕΠΕΚΕ ΣΥΡΙΖΑ) προκάλεσε η δημοσιοποίηση της προειδοποιητικής επιστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παραβιάζει την Οδηγία 2005/36/ΕΚ, επιστολή με την οποία πρακτικά ζητάει να αλλάξει ο καταστατικός νόμος του ΔΟΑΤΑΠ (Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης), του αρμόδιου οργανισμού αναγνώρισης τίτλων σπουδών της αλλοδαπής.

 

«Σημειώνεται πως ο νόμος που διέπει τη λειτουργία του ΔΟΑΤΑΠ ψηφίστηκε το 2005, επί υπουργίας Μαριέττας Γιαννάκου. Μήπως αυτός ήταν ο λόγος που η κα Κεραμέως αρνήθηκε πεισματικά να παρουσιάσει την επιστολή της Κομισιόν στην εθνική αντιπροσωπεία; Ή μήπως στη βιασύνη της να εξισώσει τα πτυχία των δημόσιων πανεπιστημίων με αυτά των ιδιωτικών κολλεγίων, δεν παρείχε -ως όφειλε- τις σωστές εξηγήσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα ζητήματα της ακαδημαϊκής αναγνώρισης των πτυχίων και τη λειτουργία του ΔΟΑΤΑΠ με βάση το Σύνταγμα και το Αρθρο 16, έναντι της επαγγελματικής αναγνώρισης που εμπίπτει σε άλλες διαδικασίες;» αναφέρει η ΕΠΕΚΕ Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ, η οποία κατηγορεί την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως ότι παρέκαμψε το Σύνταγμα αλλά και τις ευρωπαϊκές συνθήκες που ορίζουν ότι η αναγνώριση των ακαδημαϊκών προσόντων αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών-μελών της Ενωσης.

Θυμίζουμε ότι ο ΔΟΑΤΑΠ είχε γνωμοδοτήσει εκτενώς αναφορικά με τις αιτιάσεις της Κομισιόν, με το υπουργείο Παιδείας να επιλέγει να αγνοήσει τα νομικά εργαλεία που του παρείχε ο Οργανισμός και να μην υπερασπίζεται – ως όφειλε – το εθνικό δίκαιο, δίνοντας χώρο στους επιχειρηματίες της εκπαίδευσης να μοιράζουν απρόσκοπτα επί αδράς πληρωμής πτυχία. («Έγγραφο του ΔΟΑΤΑΠ «αδειάζει» την Κεραμέως», Εφ.Συν., 22.01.2020).

Η Εφ.Συν. παρουσιάζει την επίμαχη επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οποία στηρίχθηκε πολιτικά το άρθρο 50 του νόμου για την ίδρυση της νέας Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η Κομισιόν υποστηρίζει ότι η χώρα παραβιάζει την Οδηγία 2005/36 καθώς υποχρεώνει τους πτυχιούχους εκπαιδευτικούς ξένων Πανεπιστημίων στη διαδικασία αναγνώρισης τίτλων σπουδών από τον ΔΟΑΤΑΠ και δεν αναγνωρίζει τίτλους σπουδών που έχουν χορηγηθεί από ιδιωτικά κολέγια συνεργαζόμενα με ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια.

Ειδικότερα, η Κομισιόν αναφέρει:

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, κάθε απόφαση αναγνώρισης που λαμβάνεται βάσει των ανωτέρω διαταγμάτων πρέπει να επιτρέπει την άσκηση του επαγγέλματος υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς στην Ελλάδα. Συνεπώς η αναγνώριση των τίτλων σπουδών των εκπαιδευτικών από το ΣΑΕΠ ή τους προκατόχους το θα πρέπει να επιτρέπει στους κατόχους αυτών των τίτλων αυτών των τίτλων σπουδών να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς για την πρόσληψη εκπαιδευτικών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στην εγκύκλιο της 20η Μαΐου 2019.
Το άρθρο 54 παράγραφος 5 του νόμου αριθ. 4589 της 29/1/2018 προβλέπει ουσιαστικά ότι οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν αποκτήσει τον τίτλο σπουδών σε άλλο κράτος της Ε.Ε πρέπει να αποκτήσουν ακαδημαϊκή αναγνώριση του τίτλου σπουδών τους από τον ΔΟΑΤΑΠ, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για να μπορέσουν να ασκήσουν το επάγγελμά τους στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι η εφαρμοστέα διαδικασία αναγνώρισης είναι η διαδικασία την οποία προβλέπει ο νόμος 3328/2005 σχετικά με τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης και άλλες διατάξεις.
Αυτό επιβεβαιώθηκε σε εγκύκλιο την οποία εξέδωσε στις 20 Μαΐου το υπουργείου Παιδείας. Η εγκύκλιος προβλέπει ότι μόνο οι τίτλοι σπουδών που αναγνωρίζονται από τον ΔΟΑΤΑΠ λαμβάνονται υπόψη για τη συμμετοχή στον επόμενο διαγωνισμό για την πρόσληψη εκπαιδευτικών σε σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Διευκρινίζεται επίσης ότι δεν θα ληφθεί υπόψη κανείς αλλοδαπός τίτλος σπουδών που έχει αναγνωριστεί από το ΣΑΕΠ, τον αρμόδιο φορέα αναγνώρισης για επαγγελματικούς σκοπούς.
Ωστόσο το άρθρο 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ ορίζει ότι η παρούσα οδηγία θεσπίζει τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους το κράτος μέλος που εξαρτά την ανάληψη ή την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος στην επικράτειά του, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων αναγνωρίζει την ανάληψη και την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος , τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη δίνοντας στον κάτοχό τους το δικαίωμα να ασκεί αυτό το επάγγελμα.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ προβλέπει ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε κάθε υπήκοο κράτους μέλους ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο όπου απέκτησε τα επαγγελματικά προσόντα του είτε ως αυτοαπασχολούμενος είτε ως μισθωτός.
Τα επαγγέλματα εκπαιδευτικών στην Ελλάδα είναι νομοθετικά κατοχυρωμένα κατά την έννοια της οδηγίας 2005/36/ΕΚ διότι για να είναι κάποιος σε θέση να ασκήσει τα εν λόγω επαγγέλματα στην ελληνική επικράτεια, χρειάζεται επαγγελματικό προσόν. Κατά συνέπεια σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 οι κανόνες που πρέπει να εφαρμόζονται για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών εκπαιδευτικού και των δύο βαθμίδων της εκπαίδευσης, οι οποίοι έχουν αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη της Ένωσης είναι οι κανόνες της οδηγίας.

Ωστόσο, σύμφωνα με την γνωμοδότηση του ΔΟΑΤΑΠ, που αγνοήθηκε από την υπουργό Παιδείας, βάσει του άρθρου 165 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ) μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος βρίσκεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του εκάστοτε κράτους-μέλους, γεγονός το οποίο έρχεται σε συμφωνία με το άρθρο 16 του Συντάγματος της Ελλάδας. Συνεπώς, οι ρυθμίσεις του νόμου 3328/2005, που αφορούν την αναγνώριση ακαδημαϊκής ισοτιμίας τίτλων σπουδών της αλλοδαπής, ανάγονται στην εσωτερική οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος των σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης και άρα δεν υπεισέρχονται σε παράβαση διατάξεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Ο ΔΟΑΤΑΠ διευκρινίζει επίσης ότι η διάκριση μεταξύ της αναγνώρισης ακαδημαϊκής ισοτιμίας τίτλων σπουδών της αλλοδαπής και της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων ή πρόσβασης σε επάγγελμα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του εθνικού νομοθέτη και συνεπώς «οποιαδήποτε παρέμβαση στο ν. 3328/2005 (σ.σ. καταστατικός νόμος του ΔΟΑΤΑΠ) – ο οποίος σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 5 και 8 του Συντάγματος αποτελούν την ελληνική νομοθεσία η οποία διέπει την αναγνώριση ακαδημαϊκής ισοτιμίας – προς τον σκοπό αντιμετώπισης ζητημάτων τα οποία αφορούν στην από επαγγελματικής άποψης εξέταση αλλοδαπών τίτλων και τα οποία ανέκαθεν ενέπιπταν στις αρμοδιότητες άλλων οργάνων της ελληνικής Πολιτείας, θα συνεπαγόταν ανεπίτρεπτη παραβίαση των παραπάνω διατάξεων του Συντάγματος».