Η χειρότερη χρονιά μετά την κρίση

555

Χαμηλοί οι ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας το 2019, ενώ «μια από τα ίδια» προβλέπoυν 500 οικονομολόγοι για το 2020 σε δημοσκόπηση του Reuters ● Τι υποστήριξαν κορυφαίοι οικονομικοί παράγοντες στο Νταβός.

H παγκόσμια οικονομία έτρεξε πέρυσι με τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από το τέλος της διεθνούς οικονομικής κρίσης, ενώ οι προβλέψεις για φέτος δεν είναι καλύτερες. Την ίδια στιγμή, η κλιματική αλλαγή χτυπά όλο και πιο βάναυσα οικονομίες, ανθρωπότητα, περιβάλλον, ενώ η ανισότητα συνεχίζει να μεγεθύνεται, αυξάνοντας την κοινωνική δυσαρέσκεια και τις εντάσεις. Παρά την κρισιμότητα της κατάστασης, οι βασικοί διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής στον πλανήτη δείχνουν εντελώς ανίκανοι να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να δράσουν.

Τα όσα λέχθηκαν στο χθεσινό πάνελ του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός για την παγκόσμια οικονομία, αυτό τουλάχιστον δείχνουν επιβεβαιώνοντας την ακραία κατακερματισμένη θέασή τους. Στη συζήτηση συμμετείχαν -μεταξύ άλλων- η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, ο πρόεδρος της Τράπεζας της Ιαπωνίας Χαρουχίκο Κουρόντα, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και ο Γερμανός ομόλογός του Ολαφ Σολτς.

Ο Μνούτσιν -που προχθές είχε προχωρήσει σε αήθη επίθεση κατά της 17χρονης περιβαλλοντικής ακτιβίστριας Γκρέτα Τούνμπεργκ- ισχυρίστηκε ότι οι ΗΠΑ προσβλέπουν σε μια πολύ ισχυρή οικονομική ανάπτυξη φέτος, ότι η δημοσιονομική πολιτική του Τραμπ έφερε καρπούς, ότι οι γενναίες περικοπές φόρων της κυβέρνησης -κυρίως προς πλουσίους και μεγάλες επιχειρήσεις- θα αποδώσουν στα επόμενα 10 χρόνια και ότι οι δημόσιες δαπάνες θα πρέπει να μειωθούν. Αγνόησε δεκάδες οικονομολόγους που εκτιμούν πως η θετική επίδραση της φορολογικής μεταρρύθμισης Τραμπ στην οικονομία ξεθωριάζει, τους ήπιους ρυθμούς ανάπτυξης που προβλέπουν φέτος οι διεθνείς οργανισμοί για την αμερικανική οικονομία, αλλά και τα εκατομμύρια Αμερικανών η επιβίωση των οποίων εξαρτάται από τις δημόσιες δαπάνες.

Ομως και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, αν και παραδέχθηκε ότι η ανάπτυξη του 2020 θα είναι υποτονική, υποστήριξε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα σε σχέση με τον περσινό Οκτώβριο λόγω της εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-Κίνας, της δράσης των κεντρικών τραπεζών (49 εξ αυτών μείωσαν τα επιτόκιά τους 71 φορές), των ενδείξεων ότι η πτώση της παραγωγής μεταποίησης και βιομηχανίας πιάνει πάτο.

Πιστή στις συνταγές του Ταμείου η Βουλγάρα ζήτησε μεταρρυθμίσεις και πιο επιθετική δημοσιονομική πολιτική. Βέβαια ούτε η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας σηματοδοτεί οριστική ειρήνη στο διεθνές εμπόριο, ούτε οι τράπεζες έχουν πλέον άλλα σημαντικά όπλα στη φαρέτρα τους, ούτε οι μεταρρυθμίσεις που επικαλείται η Γκεοργκίεβα οδήγησαν νωρίτερα στα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης που υπόσχονταν.

Η Λαγκάρντ -πιο παλιά καραβάνα- ήταν ως συνήθως περισσότερο επιφυλακτική. Υπογράμμισε ότι υπάρχουν κάποια θετικά σημάδια στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία που σταθεροποιείται, όμως υπάρχουν ακόμη σημαντικά αγκάθια, όπως το Brexit. Από την πλευρά του ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς έσπευσε πρώτα να καθησυχάσει τους Γερμανούς ότι η χώρα του (και όχι η Ε.Ε.) δεν θα χτυπηθεί οικονομικά από το Brexit και να φοβερίσει ότι το City του Λονδίνου θα είναι λιγότερο σημαντικό έπειτα από αυτό.

Λίγες ώρες νωρίτερα δημοσκόπηση του Reuters μεταξύ 500 οικονομολόγων έδειχνε ότι περίπου οι 400 εξ αυτών προβλέπουν «μια από τα ίδια» με πέρυσι σε όρους οικονομικής ανάπτυξης.

Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει νωχελική λίγο πάνω από το 3% χωρίς κίνδυνο εκτροχιασμού, ενώ οι αγορές θα συνεχίσουν να ίπτανται αγνοώντας για ακόμη μία χρονιά τα θεμελιώδη μεγέθη. Ιδανικό περιβάλλον δηλαδή για την περαιτέρω μεγέθυνση του τεράστιου πλούτου των ελίτ. Διόλου τυχαία η Τούνμπεργκ, που μαζί με άλλους εφήβους διαδήλωσε χθες έξω από το Φόρουμ των ελίτ για την κλιματική κρίση, δήλωσε: «Τα αιτήματά μας αγνοήθηκαν εντελώς, και δεν περίμενα τίποτα περισσότερο».