Φάνης Μεζίνης: “Είναι στάση ζωής από ένα σημείο και μετά να φεύγεις από καταστάσεις που δεν σε ικανοποιούν ή σε πληγώνουν”                                                                                                                                                                        

του Παναγιώτη Κ. Σπανού

1648

Η μουσική ήταν ανέκαθεν το μέσο εκείνο που μπορούσε να ενώσει τους ανθρώπους, φυσικά υπάρχουν οι κοινές αξίες, τα κοινά ιδανικά, τα κοινά τραύματα ή οι κοινές χαρές που ενώνουν και διασφαλίζουν την ένταξη των ανθρώπων σε ομάδες. Η μουσική όμως ήταν και είναι μέσα μας. Από το σύμπαν και τους γαλαξίες του μέχρι την ψυχή μας.

Διδάσκει ήθος! Υπήρξαν σπουδαίοι καλλιτέχνες που υπηρέτησαν και υπηρετούν το τραγούδι αξιοπρεπώς, γιατί καμιά φορά και η πρωτοπορία μπορεί να ωθήσει σε κάτι το αντιαισθητικό και όταν μιλάμε για τέχνη η αισθητική παίζει πρωτεύοντα ρόλο.

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Γιώργο Μπάτη μέχρι τον Στέλιο Καζαντζίδη και το Γιάννη Πάριο, το Χατζή, τη Μαρινέλλα, τον Σταμάτη Κραουνάκη και τη Βίκυ Μοσχολιού. Το Στράτο Διονυσίου και το Γρηγόρη Μπηθικώτση μέχρι τους Locomondo. Το Μίκυ Θεοδωράκη και το Δημήτρη Μητροπάνο και πόσους ακόμα καλλιτέχνες, η μουσική γνώρισε την ίδια αποθέωση όπως οι δοξολογίες των Αρχαίων Ελλήνων στους Θεούς τους!

Σήμερα θα σας μιλήσω για έναν άνθρωπο ταπεινό, με βαθιά εσωτερικότητα και κατανόηση του ρόλου του ως καλλιτέχνης! Γιατί πολλοί δηλώνουν καλλιτέχνες αλλά πόσοι από αυτούς είναι πραγματικοί;

Ο Φάνης Μεζίνης λοιπόν είναι αυτή η γλυκιά νοσταλγία που ξεσηκώνει τη μνήμη και την ταξιδεύει. Ποιος άλλωστε δεν έχει ακούσει τα τραγούδια του; Σώμα Υποταγής ή αλλιώς Παράξενη Βροχή, Βότκα Πορτοκάλι και Ελλάς στο Μεγαλείο σου, ο Έρωτας δε πάει Πανεπιστήμιο και όχι μόνο. Τραγούδια που σημάδεψαν με αγάπη γενιές και γενιές. Ο ίδιος από την άλλη ένας ευγενικός και προσιτός άνθρωπος. «Ανθρώπους βλέπω παντού, ανθρωπιά δε βλέπω» λέει η αλεπού στον Μικρό Πρίγκιπα στο παραμύθι του Αντουάν Ντε Σαιντ Εξυπερύ. Ούτε εγώ αλεπού μου αλλά αξίζει ο κόσμος για κάτι τέτοιους ανθρώπους.

Ανθρώπους πρώτα και μετά όλα τα υπόλοιπα. Ακριβώς όπως ο κύριος Μεζίνης!

Μέσα σε όλο το διάχυτο σκοτάδι του κόσμου, εκεί που σχοινοβατεί η αγάπη να μείνει ζωντανή και από κάτω της έχει μια άβυσσο προδοσίας, εκμετάλλευσης, αμοραλισμού τέτοιοι άνθρωποι είναι το φως και το χρειαζόμαστε αυτό το φως!

Σας αφήνω εγώ όμως και οι θεωρίες μου και σας παραδίδω να απολαύσετε τον κύριο Μεζίνη και τις απαντήσεις του για λογαριασμό του Lay-Out.Gr!                                                                                                                                     

  • Κύριε Μεζίνη καλησπέρα και καλώς ορίσατε στην ιστοσελίδα του Lay-Out.Gr! Είναι μεγάλη μου τιμή και χαρά που σας έχω κοντά μου για να υλοποιήσουμε την παρούσα συνέντευξη. Θα ήθελα να ξεκινήσουμε ρωτώντας σας με το πώς θυμάστε την παιδική σας ηλικία και πως πήρατε την απόφαση να ασχοληθείτε με τη μουσική;

Η παιδική μου ηλικία ήταν πολύ όμορφη και ξέγνιαστη. Μεγάλωσα και έμεινα μέχρι τα 16 μου στο Χιλιομόδι Κορινθίας, όπου έφυγα ένα βράδυ κρυφά (με ωτοστοπ) για την Αθήνα αφού οι γονείς μου δεν μπορούσαν να καταλάβουν την αγάπη και ενάσχοληση μου με τη μουσική και αρνούνταν να με γράψουν σε κάποιο ωδείο της περιοχής. Φτάνοντας στην Αθήνα γράφτηκα στο Ωδείο Αθηνών και στο σχολείο προκειμένου να τελειώσω την τελευταία τάξη του λυκείου και φυσικά να σπουδάσω στο Ωδείο. Σαφώς τα πράγματα δεν ήταν εύκολα αφού συγχρόνως έπρεπε να βρώ λεφτά να βιοποριστώ. Ο πάτερας μου είχε δώσει εντολή στις αδερφές μου που σπούδαζαν ήδη στην Αθήνα (Νομική) να μην με φιλοξενήσουν και φυσικά να μην με βοηθήσουν οικονομικά. Έτσι έπρεπε να κάνω αρκετές δουλειές (πωλητής βιβλίων και διάφορων άλλων αντικειμένων) προκειμένου να ζήσω. Δούλευα λοιπόν αρκετά, πήγαινα σχολείο και σπούδαζα στο Ωδείο Αθηνών. Δύσκολα τα πράγματα, αλλά η αγάπη μου για τη μουσική ήταν τόσο μεγάλη που δεν μου έπετρεπε τίποτα λιγότερο. Απο τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου (4 χρονών) τραγουδούσα. Προκειμένου να δοκιμάσω τη φωνη μου πήγαινα στο Παλιο Μοναστήρι του χωριού και τραγουδούσα με όλη μου τη ψυχή προκειμένου να με ακούσω. Με ένα κασετοφωνάκι έλιωνα οτι κασέτα βρισκόταν μπροστά μου.

  • Θα ξεκινήσουμε από πολύ παλιά πριν καν γεννηθώ εγώ (γέλια). 1991 κάνετε το ντεμπούτο σας στην δισκογραφία, στο «Άλμπουμ γι`αυτό σου λέω πάμε» των Χατζηνάσιου-Κορκολή. Πως θυμάστε την πρώτη σας εμπειρία και από τους δύο σημαντικούς αυτούς συνθέτες;

Η πρώτη φορά που τραγούδησα σε κοινό ήταν το 1979 σε συναυλία του Γιάννη Μαρκόπουλου όπου είπα και ένα ντουέτο με τη Μαρία Δημητριάδη (‘Όχι δεν πρέπει να συναντηθούμε’). Έτρεμαν τα πόδια μου όταν βγήκα στη σκήνη…..Απο το 1987 μέχρι και το 1990 ήμουν μαζί με το Μαρίνο στην περίφημη ‘Μέδουσα’ όπου συνεργάστηκα με παρα πολυ κόσμο όπως με την Άλκυστη Πρωτοψάλτη, το Μανώλη Μιτσιά και άλλους πολλούς καλλιτέχνες. Ο Μαρίνος ήταν πολύ μεγάλο σχολείο για μένα, δεν θα ξεχάσω ότι όλες οι παραστάσεις ήταν sold out ακόμα και 2 φορές την ημέρα. Όντως το 1991 ήταν η πρώτη μου δισκογραφική δουλειά στο «Άλμπουμ γι`αυτό σου λέω πάμε» των Χατζηνάσιου-Κορκολή.  Το Στέφανο Κορκολή τον ήξερα και πιο πριν και βασικά εκείνος με έστειλε σε οντισιόν στον Γιώργο Χατζηνάσιο όπου και ξεκίνησε μια εξαιρετική συνεργασία και φιλία η οποία κρατάει και μέχρι σήμερα. Με το Γιώργο κάναμε αμέτρητες συναυλίες και παραστάσεις απο τότε. Την τελευταία συναυλία με το Γιώργο την κάναμε στο Λονδίνο το 2017, όπου κατοικώ με την οικογένεια μου απο το 2015, σε τραγούδια κα έργα του συνθέτη με μεγάλη επιτυχία!

  • 1995 και πλέον το διάσημο «Σώμα Υποταγής». Το σώμα μπορεί να υποταχθεί, η ψυχή υποτάσσεται όμως;

Απο το 1992 ξεκίνησε η συνεργασία μου με το Δημήτρη Μητρόπανο η οποία συνεχίστηκε μέχρι και το 2000 με παρα πολλές συναυλίες σε όλο τον κοσμο, επίσης μεγάλος σταθμός στην καριέρα μου. Συγχρόνως απο το 1992 και για 3 χρόνια έψαχνα τραγούδια για τον πρώτο μου δίσκο το ‘Σωμα Υποταγής’ το οποίο και εκδώθηκε το 1995, με το ομόνυμο τραγούδι να υπογράφει τη μουσική ο Αλέκος Χαραλαμπίδης και τους στίχους ο Φίλιππος Γράψας. Αγαπημένο άλμπουμ, αφού έγινε με πολύ αγάπη και ψάξιμο με τους συνεργάτες μου-φίλους. Όχι η ψυχή δεν υποτασσέται, τουλάχιστον η δική μου. Το ‘Σώμα Υποταγής’ ή ‘Η παράξενη βροχή’ όπως συνηθίζεται να αποκαλείται είναι ένα πολύ εσωτερικό τραγούδι το οποίο μιλάει για την υποταγή του σώματος στον έρωτα, στο θάνατο και τη φθορά του με το χρόνο σε αντίθεση με τη ψυχή που δεν έχει όρια και σύνορα. Το μαγικό για αυτό το κομμάτι το οποίο είναι διαχρονικό και σχεδόν κλασσικό πλέον έχει τραγουδηθεί απο πολλούς καλλιτέχνες, έιναι ότι εδώ και 30 χρόνια χτυπάει στις καρδιές των ανθρώπων ο ποιητικός λόγος του Φίλιππου Γράψα και η εμπνευσμένη μουσική του Αλέκου Χαραλαμπίδη..

  • Θα σας ρωτήσω τον στίχο στην ουσία! Ποια συννεφιασμένη εποχή ξενυχτάει στο φως μιας καληνύχτας; Θα λάμψει αυτό το φως ή οι ίδιοι το σβήνουμε μόνοι μας;

Θα λάμψει ελπίζω, πάντα λάμπει στο τέλος. Η ζωή είναι φως και έτσι πρέπει να τη ζούμε.

  • Σώμα υποταγής φόβος, είναι της φυγής φόβος. Τελικά η φυγή είναι ευθυνοφοβία ή αξιοπρέπεια;

Καταρχήν ο στίχος είναι: ‘ΕΙΜΑΙ της φυγής, φόβος μην με ακολουθείς, μια για τη καρδιά, δυο για τη ψευτιά, τρείς θα με αρνηθείς’ που κατα τη δική μου άποψη και ο τρόπος που το ερμήνευσα σημαίνει ότι είναι στάση ζωής απο ένα σημείο και μετά φεύγεις απο καταστάσεις που δεν σε ικανοποιούν ή σε πληγώνουν ή δεν έχουν νόημα πλέον και φεύγεις αξιοπρεπώς.

  • Πρόσφατα έγινε και επανεκτέλεση του τραγουδιού με την Ελεονώρα Ζουγανέλη. Ορισμένοι είναι λάτρεις των παλαιών εκτελέσεων, εσείς ως ο πρώτος που μας σύστησε το συγκεκριμένο τραγούδι πως νιώσατε που μια νέα καλλιτέχνιδα επανέφερε στη μνήμη ένα τόσο αγαπημένο τραγούδι;

Για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω οτι το συγκεριμένο τραγούδι ξεχάστηκε ποτέ. Άλλωστε έχει τραγουδηθεί απο παρα πολλούς καλλιτέχνες και έχει συμπεριληφθεί στα προγράμματα πολλών σχημάτων μέχρι και σήμερα. Η Ελεονώρα έδωσε μια νέα πρόσεγγιση στο τραγούδι άκρως ενδιάφερουσα. Με χαροποίησε παρα πολυ η διασκευή απο την Ελεονώρα, άλλωστε τη γνωρίζω απο παιδάκι όντας φίλος με τον πατέρα της το Γιάννη Ζουγάνελη.

  • Πριν γίνετε γνωστός στο ευρύ κοινό τραγουδούσατε πολλά χρόνια. Πόσες δυσκολίες αντιμετωπίζει ένας τραγουδιστής μέχρι να πει «τα κατάφερα» και πως θυμάστε εκείνες τις εποχές;

Εκείνες οι εποχές για μένα ήταν εποχές διεργασίας-επεξεργασίας της τέχνης μου. Πράγμα που με βοήθησε να μπορώ να τραγουδάω πολλά ήδη μουσικής και μέσα απο αυτή τη διαδρομή να βρώ το προσωπικό μου στίγμα. Οι δυσκολίες? Αμέτρητες, ειδικά για έναν νέο που δεν έχει κανένα οικογενειακό background όπως στη δική μου περίπτωση. Είχα αποφασίσει όμως ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να με ευχαριστεί και να με γεμίζει όποτε με πολύ υπομονή και αγάπη γι αυτο που έκανα συνέχιζα. Αν το ‘τα κατάφερα’ σημαίνει δυο τρία τραγούδια που έγιναν επιτυχίες και με έκαναν πιο γνωστό στο ευρύ κοινό, ναι τα κατάφερα αλλά μέχρι εκεί.

  • Το 1996 έρχονται μια συμμετοχή στο άλμπουμ «Δρόμος του Μίμη Πλέσσα» και στο άλμπουμ «Zoom 96 – Ζωντανή ηχογράφηση». Τα τραγούδια τότε που γράφονταν έχουν μια υψηλής μουσικής αξίας κατάρτιση. Στο σήμερα πως βλέπετε τη μουσική;

Θα έλεγα τελείως διαφορετική. Πως μπορεί να συγκριθεί η μουσική και η μελωδική γραμμή του Μίμη Πλέσσα, σε ποίηση του Λευτέρη Παπαδόπουλου με την τραπ για παράδειγμα? Άλλωστε αν η μουσική και το τι ακούμε είναι δείκτης του πολιτισμού μας, μιλάμε για τελείως διαφορετικές εποχές. Όμως κάθε εποχή δημιουργεί και τη μουσική της….. Μάλλον ζούμε την παρακμή μας.

  • Την ίδια εποχή έρχεται και ο δίσκος «Στην εποχή των λύκων». Οι λύκοι μπορεί να έρθουν και με την μορφή προβάτου. Πως αντιμετωπίσατε εσείς τους «λύκους» που συναντήσατε στην καριέρα σας;

Η αλήθεια είναι όχι και πολύ καλά. Δυστυχώς άργησα να καταλάβω ότι με τους λύκους πρέπει να γίνεσαι λύκος και με τα πρόβατα πρόβατο. Την καλή μου διάθεση στα πράγματα της μουσικής και το ρομαντισμό μου εγώ το πλήρωσα αρκετά ακριβά, εμπιστευόμενος ανθρώπους και εταιρίες που δεν έπρεπε. Έχασα τραγούδια, έχοντας κάνει εγώ το demo επειδή πολύ απλά η παραγωγή έστρεφε αλλού το ενδιαφέρον μου τεχνιέντως και μετά άκουγα τα συγκεκριμένα τραγούδια απο άλλους συναδέλφους, τα οποία σημείωσαν και τεράστια επιτυχία. Η εποχή των λύκων ήταν ένας ‘δύσκολος’ δίσκος για τη δεύτερη μου δισκογραφική δουλειά με στίχο απο το Φίλιππο Γράψα και το Χρίστο Παπαδόπουλο μεταξύ άλλων αφού δεν ήταν ένας ‘εύπεμπτος’ και εμπορικός δίσκος. Το δίσκο αυτό τον αγαπώ ιδιαίτερα, άλλωστε ποτέ δεν ασχολήθηκα με τη εμπορικότητα των τραγουδιών, πάντα τραγουδάω πράγματα που με εκφράζουν!

  • 2000! Σημαδιακή ημερομηνία. Πως σας είχε βρει η νέα χιλιετία και ποιες ήταν οι σκέψεις τότε, γιατί θυμάμαι όλοι είχαν ένα άγχος, ήταν μια εποχή μεταβατική για όλον τον κόσμο!

Το 2000 ήταν για μένα ‘Νέος Αιώνας, νέα αρχή’, όχι μόνο καλλιτεχνικά αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. Το 2000 έκανα το δίσκο ‘Τα λαικά τα μπλούζ’ με το Σταμάτη Κραουνάκη. Δίσκος σταθμός για μένα, υπέροχα τραγούδια σε στίχους και μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Ένας ιδιαίτερος δίσκος, 12 ιστορίες 12 τραγούδια και πίστεψε με Παναγιώτη μου είναι πολυ απαιτητικό και δύσκολο να μπεις στο ρόλο κάθε ιστορίας και να την ερμηνεύσεις. Για να σου δώσω να καταλάβεις για να μπορέσω να πω το ‘Κρύωνα’ κατέβηκα στο Χιλιομόδι το χωριό μου, για να κάνω βουτιά στις εφηβικές αναμνήσεις μου προκειμένου να μπορέσω να αποδώσω σωστά το στίχο και την ιστορία εκείνου του εφήβου για τον οποίο μιλούσε το τραγούδι. Κάθισα στο χωριό μια βδομάδα, μελετώντας το ύφος που θα έπρεπε να υιοθετήσω σε κάθε τραγούδι. Στο γυρισμό για την Αθήνα πήρα το Σταμάτη τηλέφωνο και του είπα είμαι έτοιμος να τα πώ. Πράγματι μπήκα στο στούντιο και είπα έξι κομμάτια μονοκοπανιά, μέσα σε αυτά και το ‘Πανεπιστήμιο’. Και έτσι έμαθα οτι το μυστικό είναι ένα: ‘Να μπορέσουμε να ξαναγίνουμε οι πιτσιρικάδες που υπήρξαμε’.

  • Το 2001 ερμηνεύετε ένα πολύ αγαπημένο τραγούδι το «Βότκα Πορτοκάλι» για λογαριασμό του ομώνυμου σήριαλ. Πως έγινε η συνεργασία και αν σας έλεγα να μου διαλέξετε ένα στίχο από το τραγούδι και να μου αναλύσετε το νόημα του ποιος θα ήταν αυτός και γιατί;

Λοιπόν, το ‘Βότκα Πορτοκάλι’ ήταν η πρώτη μου απόπειρα να γράψω στίχους και μουσική για τις ανάγκες του σήριαλ. Το τραγούδησα κιόλας και μάλλον πέτυχε…. αφού μετά απο αυτό μου ανατέθηκε και πάλι απο τον ΑΝΤ1 η μουσική για το ‘Ελλάς το μεγαλείο σου’. Οι στίχοι εξιστορούν τους χαρακτήρες της σειράς με μια δόση υπερβολής και χιούμορ που όμως καταγράφουν όλη την ατμόσφαιρα της εποχής. Πάντως αν κάτι θα μπορούσα να ξεχωρίσω είναι ο στίχος¨’Τσάμπα μάγκα χαράτσι πλήρωσες….’

  • Εκείνη την εποχή βγαίνει και το τρίτο προσωπικό σας άλμπουμ με τίτλο «Τα μπλουζ τα λαικά». Και η ερώτηση εδώ είναι η εξής. Αν ο έρωτας δεν πάει Πανεπιστήμιο. Τότε τι είναι και πως διδάσκετε; (γέλια)

Ο δίσκος ‘Τα λαικα τα μπλουζ’ κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν το ‘Βότκα Πορτοκάλι’, το 2000 (ήδη έχω αναφερθεί οπότε την απάντηση σε αυτη την ερώτηση σύρραψε την με αυτή στην οποία μιλάω για το δίσκο με τον Κραουνάκη). Ο έρωτας για μένα είναι ένστικτο και δεν διδάσκεται. Βασικό ένστικτο για τη ζωή μας.

  • Κάπου εκεί θα υπάρξει μια παύση αν δεν κάνω λάθος. Θεωρώ πως κάθε καλλιτέχνης έστω μια φορά στη ζωή του χρειάζεται να αποτραβηχτεί από το φως για όποιον λόγο θεωρεί εκείνος σημαντικό. Τι σας έμαθαν και τι αναθεωρήσατε όλα αυτά τα χρόνια απουσία σας από το τραγούδι;

Δισκογραφικά ναι ίσως απουσίασα για κάποια χρόνια αλλά καλλιτεχνικά ποτέ. Το 2004 σε συνεργασία με το Γιώργο Χατζηνάσιο και ένα πιάνο σε ένα ‘Άγγιγμα ψυχής’ κάνουμε μία παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής και αμέσως μετά συμμετέχω σε ένα αφιέρωμα για τον Ιάκωβο Καμπανέλη με τη συμφωνική ορχήστρα της ΕΡΤ το οποίο παρουσιάστηκε και πάλι στο Μεγάρο Μουσικής. Αυτή η δουλειά εκδώθηκε και σε cd. Μετά απο τα λαικα τα μπλουζ επανέρχομαι δισκογραφικά το 2009 με έναν πιο λαικό δίσκο το ‘Υποκατάστατο’ σε μουσική του Θανάση Γεωργουλά και στίχους του Τάσου Βουγιατζή. Σε αυτό το δίσκο υπάρχουν και τρία τραγούδια σε μουσική δική μου. Έτσι κι αλλιώς πάντα άφηνα χρόνο και αφηνω μεταξύ είτε των δίσκων είτε των δουλειών που κάνω. Τον χρειάζομαι αυτο το χρόνο όχι μονο για περισυλλογη αλλά και για να βρώ το υλικό. Το 2010 έκανα τη μουσική για τη θεατρική παράσταση ‘Λολίτα’ όπου είχα τη χαρά και την τιμή να το τραγουδήσει η Άλεκα Κανελλίδου. Το 2014 κυκλοφορεί ο πέμπτος προσωπικός μου δίσκος με τίτλο ‘Στην Απέναντι Όχθη’ σε μουσική του Τάκη Σούκα. Στο δίσκο αυτό έχω και ένα ντουέτο με την Πίτσα Ππαπαδοπούλου. Το cd κυκλοφόρησε με την εφημερίδα Ελευθερος Τύπος σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία.

  • Όταν επιστρέψατε τι ήταν αυτό που είχε αλλάξει και τι βρήκατε ίδιο;

Η αλήθεια είναι πως δεν νιώθω ότι έφυγα για να επιστρέψω Παναγιώτη μου. Άλλωστε όλα εξελίσσονται.

  • Οι δισκογραφικές εταιρίες πιστεύετε πως περιορίζουν έναν καλλιτέχνη με τα συμβόλαια;

Κάποτε οι δισκογραφικές εταιρίες ήταν ο μόνος τρόπος να επικοινωνηθεί η δουλειά ενός καλλιτέχνη, με οτι συνέπεια και κίνδυνο ενέχει αυτό. Την εποχή μου οι δισκογραφικές είχαν τη δυνατότητα να ανεβάσουν καλλιτεχνές απο τη μία αλλά και να τους δεσμεύσουν ή να τους εξαφανίσουν απο τον καλλιτεχνικό χάρτη απο την άλλη. Μετά ήρθε το internet και άλλαξε άρδην όλη τη μουσική βιομηχανία και απο εκεί που στην εποχή μου οι τραγουδιστές πληρώνονταν για να τραγουδήσουν σήμερα πληρώνουν για να τραγουδήσουν. Έγινε χόμπι η μουσική και μάλιστα φτηνό.

  • Φτάνουμε στο 2017 και τη συμμετοχή σας στο δίσκο «Ακρόαση» με το τραγούδι «Ξεπούλημα». Πολλοί υποστηρίζουν φανατικά ένα ιδανικό ή μια ιδεολογία αλλά μόλις στριμωχτούν κάνουν το δικό τους «Ξεπούλημα».

Ναι ακριβώς έτσι είναι. Καθένας κοστολογεί ή αξιολογεί τον εαυτό του. Έτσι κι αλλιώς άλλο αξία και άλλο τιμή.

  • Οι Ρασταφάρι στη Τζαμάικα, ο Πυθαγόρας πίστευε πως όλο το σύμπαν διέπεται από μουσική και έτσι είναι. Οι Ρασταφάρι μάλιστα πίστευαν πως ο Θεός είναι η μουσική. Υπάρχει Θεός τελικά και πως μπορούμε να τον ανακαλύψουμε;

Σαφώς και υπάρχει μέσα στον καθένα μας.

  • Κύριε Μεζίνη σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου που μοιραστήκατε μαζί μου τις σκέψεις σας και όλο αυτό το ταξίδι της μουσικής σας διαδρομής. Σας εύχομαι κάθε καλό και να είστε πάντα καλά ώστε να κάνουμε και μια επετειακή συνέντευξη (γέλια). Ελπίζω η φιλοξενία σας στην ιστοσελίδα μας να σας φάνηκε οικεία και ζεστή. Κλείνοντας την συνέντευξη θα ήθελα να σας ρωτήσω. Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να αφήσετε στον κόσμο και στους φίλους σας ή συνεργάτες που θα διαβάσουν την συνέντευξη μας;

Σ’ευχαριστώ πολυ Παναγιώτη μου για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις και για τη συνέντευξη. Σχετικά με το μήνυμα προς φίλους και συνεργάτες, θα απαντήσω με ένα τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη που ατυχώς δεν τραγούδησα (εταιρίες κλπ), ‘Το λάδι εδώ πως καίγεται και ζήστε το ταξίδι’.