Είναι όντως γκαντέμης ο Μητσοτάκης;

του Δημήτρη Λαμπράκη

1332

Ακούγεται συχνά και μάλλον μειωτικά για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ότι είναι γκαντέμης. Τώρα πια ακόμα κι εκείνο το κομμάτι των συμπολιτών μας, που μπορεί και να μην τον συμπαθεί πολιτικά, ομολογεί, μάλλον συμπονετικά, ότι επί της πρωθυπουργίας του, έχει κληθεί κι αυτός να διαχειριστεί πολλές, πάρα πολλές φυσικές καταστροφές. Μήπως όμως κάποιες φυσικές διαδικασίες μετατράπηκαν σε καταστροφές, εξαιτίας της διαχείρισής τους;

Οι μανιώδεις ορθολογιστές, ειδικά όταν είναι και φίλα προσκείμενοι στον πρωθυπουργό, οικτίρουν εκείνους που τολμούν να τον χαρακτηρίζουν ως γκαντέμη. Είναι προφανώς μια συλλογική πρόληψη, που όμως όταν αποδίδει την κακοτυχία σε έναν πρωθυπουργό, μάλλον είναι ενδεικτική ταυτόχρονα και μιας συλλογικής χιουμοριστικής διάθεσης. Οι πρόγονοί μας άλλωστε αγάπησαν και δόξασαν κάποτε το θεό Διόνυσο και τον Πάνα, πώς να μην κάνουν τέτοιες σκανταλιές οι απόγονοί τους;

Οι προλήψεις όμως δε λείπουν ούτε από τους πιο (αυτό)ευλογημένους λαούς. Στο Θουκυδίδη διαβάζουμε ότι ο στρατηγός Νικίας είχε τη φήμη του γουρλή ανάμεσα στους Αθηναίους συμπολίτες του. Ο Θουκυδίδης ως ποιητής που ήταν, μεταξύ των άλλων του ιδιοτήτων, χρησιμοποιεί αυτή τη φήμη, ώστε να επιτείνει στην αφήγησή του, την τραγικότητα της μοίρας της Αθήνας. Προσπαθώντας ο Νικίας να αποτρέψει τη Σικελική εκστρατεία, προτείνει προετοιμασίες τέτοιου μεγέθους, που θα απέτρεπαν τους Αθηναίους, όπως φανταζόταν, από την εκκίνηση της επιχείρησής τους. Η «ετερογονία των σκοπών» εκδιπλώνεται για πρώτη ίσως καταγεγραμμένη φορά μες στην Ιστορία και ο Δήμος πείθεται να προβεί σε κοστοβόρες προετοιμασίες, που θα σηματοδοτήσουν την αρχή τους τέλους της δύναμης και της δόξας της αρχαίας Αθήνας, μετά την στρατιωτική της ήττα από τις δημοκρατικές Συρακούσες.

Σε μια άλλη Αθήνα, πιο σύγχρονη, καθημαγμένη από σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές και εσχάτως από μια χιονοκαταιγίδα, πέρα από τις χαμένες ευθύνες που αναζητούνται, ζητούνται και οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, οι απαραίτητες θυσίες προς το Θεό ή τους θεούς, για να εξευμενιστούν οι δυνάμεις της φύσης και της κοινωνίας. Καμία όμως υποψήφια Ιφιγένεια δε διαφαίνεται στον ορίζοντα. Και πόσο δύσκολο για ένα κόμμα, που παλεύει διαρκώς στο εσωτερικό του για τη διατήρηση μιας ισορροπίας μεταξύ των οικογενειών που το διοικούν και που τώρα έχει όλες τις αρμοδιότητες δικές του(ς) στην περιοχή, να βρει ένα εξιλαστήριο θύμα.

Κι όμως αν θυμηθεί κανείς παλιότερα οι άνθρωποι παραιτούνταν για πολύ λιγότερο σημαντικά γεγονότα, έτσι που η φράση «παραιτήθηκε για λόγους ευθιξίας» είχε καταντήσει κλισέ. Ενώ δεν ήταν σπάνια η επανεμφάνισή των μέχρι πρότινος παραιτημένων, μετά από λίγο καιρό, και αφού εξιλέωσαν και εξιλεώθηκαν από τα αμαρτήματά τους, σε νέα αξιώματα. Πράγματα που κανείς δεν πρέπει να τα ξεχνά όταν προσπαθεί να καταλάβει τη δυσφορία των πολιτών απέναντι στην υπαρκτή πολιτική, όσο βέβαια μπορεί κανείς να κάνει λόγο για πολίτες και για πολιτική κάποιες φορές στην Ελλάδα.

Η επιστολή παραίτησης του Τζίμη Πανούση από την Εθνική Τράπεζα. Ο καλλιτέχνης μετά από λίγα χιόνια επανεμφανίσθη.

Ας επανέλθουμε όμως και πάλι στο παρόν. Κανένας δε θυμάται ως φυσικές καταστροφές, τις καταστάσεις εκείνες, όπου οι φυσικές βλάβες περιορίστηκαν στο μέτρο του δυνατού από τους αρμόδιους φορείς. Η φύση πάντα παραμένει δυνατότερη από τον άνθρωπο, μια παραφυάδα της οποίας άλλωστε είμαστε. Η αντιμετώπισή της κυρίως ως εχθρό, που κινείται απειλητικά εναντίον μας, μάλλον δημιουργεί άλλες καταστροφές πολύ πιο ανθρώπινες. Αυτό φάνηκε με την κήρυξη πολέμου, κι όχι μόνο των ελληνικών κυβερνήσεων, απέναντι στα βακτήρια και στους ιούς, στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ κάποτε, στο τσιγάρο πια, σε γηγενείς ή πρόσφυγες, σε προαιώνιους ή σε φρέσκους εχθρούς και σε ό,τι άλλο ένας πουριτανικός νους αποφασίζει να καταδιώξει. Και που πάντα προφασίζεται αγνούς σκοπούς, μιας και κανένας δρόμος προς την κόλαση δε στερήθηκε ποτέ καλών προθέσεων.

Ακόμα και στις θεραπευτικές αγωγές συχνά γίνεται προσπάθεια εξάλειψης του μικροοργανισμού, αντί να τίθεται ως σκοπός η ομαλή συνύπαρξη μαζί του ή ο περιορισμός της βλάβης που προκαλεί. Χαρακτηριστική ήταν στα πρώτα χρόνια της υστερίας με το AIDS, πέρα από τις νοσηρές πουριτανικές αξιώσεις που εκδηλώθηκαν και που προσπάθησαν να πάρουν τη ρεβάνς από τη σεξουαλική επανάσταση των ‘60s και ‘70s, η δημιουργία φαρμακευτικών αγωγών που σκότωναν μαζί με τον ιό και τον φορέα του. Σήμερα πια ευτυχώς έχει γίνει κατανοητό ότι συνυπάρχει κανείς με τον συγκεκριμένο ιό, ενώ ο σκοπός της φαρμακευτικής αγωγής είναι να σταθεί αρωγός σε μια καλή, κατά το δυνατόν, ποιότητα ζωής.

Το πρόβλημα λοιπόν πάει πολύ βαθύτερα από το αν ο τάδε σημαντικός ή ασήμαντος πολιτικός είναι ή δεν είναι καλότυχος. Έχει να κάνει με τον τρόπο που βλέπουμε τον Κόσμο, όχι σαν ένα πολύτιμο κόσμημα άξιο θαυμασμού, συνύπαρξης και επικοινωνίας μαζί του, αλλά σαν ένα άψυχο αντικείμενο προς εκμετάλλευση. Το πρόβλημα έχει να κάνει με την αξίωση κυριαρχίας επί της φύσης, αντί του περιορισμού των όποιων βλαβών δημιουργεί.

Αξίωση που, πέρα από δυσάρεστη και αδιέξοδη, μοιάζει στην Ελλάδα αστεία, ειδικά μετά την τελευταία διοικητική καταστροφή.